Κυριακή 9 Απριλίου 2017

Τό μανιφέστο τῶν μετανοημένων καρδιῶνΚωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,

 


Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,
ἀπό τήν ἱστοσελίδα floga.gr, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 16ο, στίχοι 19 ἕως 31, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας πού ἔγινε στό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς 2-11-2014.

Ἄν δέν γνώριζα πώς τό κείμενο, πού ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο, ἀνῆκε στόν Εὐαγγελιστή Λουκᾶ καί τό ἄκουγα ἔτσι, θά ἔλεγα πού κάποιος ἀντιγράφει ἤ κλέβει τώρα τό κομμουνιστικό μανιφέστο τῆς ἐπαναστάσεως τῶν λαῶν κατά τοῦ χυδαίου καπιταλισμοῦ. Ἀλλά δυστυχῶς ἤ εὐτυχῶς δέν εἶναι τά πράγματα ἔτσι καί σίγουρα ὁ Λουκᾶς δέν ἀντέγραψε τόν Μάρξ, πιθανῶς ὁ Μάρξ τόν Λουκᾶ, δέν τό ξέρω αὐτό. Μοιάζει τό κείμενο, γιατί ἔχει ὁμοιότητες. Κάποιοι πλούσιοι, κάποιοι φτωχοί. Ἐδῶ εἶναι δύο προσωπικότητες, πλούσιος καί φτωχός. Καί γίνεται μιά ἀνατροπή. Κάποιοι περνοῦσαν καλά, μετά δέν περνοῦν καλά. Κάποιοι πού δέν περνοῦσαν καλά, περνοῦν καλά. Αὐτή εἶναι ἡ κοσμική προοπτική αὐτοῦ τοῦ μανιφέστου. Πού καλό στίς προοπτικές του, ἀλλά ἀδύνατο στή δυνατότητα νά γίνει θεραπεία. Γιατί ἐδῶ μιλᾶμε στό μανιφέστο γιά ἕνα σύστημα. Ἀλλά τό κείμενο τό εὐαγγελικό ἀρχίζει διαφοροποίηση, μιλάει γιά τά πρόσωπα.Δέν μιλάει γιά τόν πλοῦτο, γιά τή φτώχεια, μιλάει γιά τόν φτωχό καί τόν πλούσιο. Ἄρα ἡ θεραπευτική κρίνεται στά πρόσωπα καί ὄχι στά συστήματα. Πολύ καλή προοπτική νά ἀλλάξει τό σύστημα, ἀλλά χωρίς τά πρόσωπα δέν ἀλλάζει τίποτα. Καί θά δοῦμε ἀκριβῶς αὐτά πού σᾶς λέω τώρα, θά τά επιβεβαιώσουμε ἀπ᾽ τό κείμενο μέσα, ὅπου ἀναλύεται μέ ἕνα μοναδικό τρόπο ἡ προσωπικότητα τοῦ πλουσίου καί τοῦ φτωχοῦ. Καί εἶναι βαθιές οἱ τομές πού γίνονται, πολύ βαθιές θεολογικές, βαθιές θά τολμῶ νά πῶ δηλαδή ψυχολογικές τομές πού ἀναφέρονται στήν προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Νά δοῦμε πρῶτα-πρῶτα τόν φτωχό. Τά στοιχεῖα τοῦ φτωχοῦ. Πρῶτα-πρῶτα ὁ φτωχός ἔχει ὄνομα. Ὁ ἄλλος δέν ἔχει ὄνομα, ὁ πλούσιος. Ἔχω ὄνομα σημαίνει ἔχω προσωπικότητα. Γι᾽ αὐτό βλέπετε, στή βάπτισή μας παίρνουμε τό ὄνομά μας καί ἀποκτοῦμε προσωπικότητα. Καί μάλιστα προσωπικότητα μπροστά στόν Θεό, πρό-σω-πο. Θά δοῦμε τόν Θεό πρόσωπο πρός πρόσωπο. Ἄρα τό πρῶτο στοιχεῖο αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι φτωχός κατά τά κοσμικά μεγέθη καί τά οἰκονομικά μεγέθη, εἶναι ἡ προσωπικότητα.
Τό δεύτερο στοιχεῖο: Δέν φαίνεται καθόλου νά διαμαρτύρεται, δηλαδή δέν πάει μιά πορεία μέ τό ΠΑΜΕ καί τό ΣΥΡΙΖΑ, γιά νά βρεῖ τό δίκαιό του. Δέν φαίνεται νά διαμαρτύρεται, θά πεῖς εἶναι κουτός, ἀλλά ἔχει καί ἄλλα στοιχεῖα. Προσέξτε τό στοιχεῖο πού φαίνεται λίγο γελοῖο καί λίγο τραγικό καί πιό τραγικό ἀπ᾽ ὅ,τι φαίνεται. Τό ὅτι ἔρχονται τά σκυλιά καί τρώγουν ἀπό τίς σάρκες του, τίς γλείφουν, λέει. Λένε οἱ Πατέρες εἶναι εἰς τύπον Χριστοῦ. Πέθανε καί τρῶμε τόν Χριστό. Καί μήν ξεχνᾶτε πού ὁ Χριστός ὁ Ἴδιος χαρακτήρισε τούς ἀνθρώπους πού εἶναι μακριά ἀπό τόν Θεό «κυνάρια».
Τελικά, ὅταν πεθαίνει αὐτός ὁ φτωχός ἄνθρωπος, τόν ὑποδέχονται ἄγγελοι. Αὐτά τά στοιχεῖα δηλώνουν τή βαθιά προσωπικότητα αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου, πού αὐτός μπορεῖ νά ἀλλάξει τόν κόσμο. Πρῶτα-πρῶτα γιατί εἶναι μιά προσωπικότητα πολύ βαθιά. Δέν εἶναι πιά τό σύστημα. Εἶναι ἡ προσωπικότητα.
Καί πᾶμε στήν ἱστορία τοῦ πλουσίου. Τά στοιχεῖα τοῦ πλουσίου εἶναι τά ἑξῆς, τό ὅτι τρώει καλά καί ντύνεται καλά, ἄλλα στοιχεῖα δέν ξέρουμε, οὔτε τό ὄνομά του ξέρουμε. Ξέρουμε τά στοιχεῖα τά κοσμικά, πού ἀφοροῦν τή σάρκα του. Καί ἔρχονται οἱ Πατέρες νά κάνουν μιά πολύ βαθιά ἀνάλυση. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει σῶμα καί ψυχή. Καί τά δύο τά καλλιεργοῦμε, κατά τά μέτρα τῆς εὐδοκίας τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ, στήν περίπτωση τοῦ πλουσίου καλλιεργεῖται μόνο τό σῶμα. Βλέπετε τροφή καί ροῦχα, τά ἐξωτερικά στοιχεῖα. Καμιά ἀναφορά γιά τήν ψυχή. Προσέξτε, ἔχουμε δύο πόδια, ἄν τό ἕνα καλλιεργήσουμε μόνο καί τό ἄλλο τό ἀφήσουμε ἀτροφικό, δέν θά μποροῦμε νά περπατήσουμε, θά γίνουμε ἀνάπηροι. Αὐτό παθαίνει αὐτός ὁ ἄνθρωπος, καλλιεργεῖ μόνο ἕνα στοιχεῖο καί μάλιστα δαιμονικά τό καλλιεργεῖ, ἀφοῦ δέν καλλιεργεῖ καί τό ἄλλο μαζί καί γίνεται πάνω του μιά ἀναπηρία.
Προσέξτε τώρα τό καίριο στοιχεῖο. Πεθαίνουν καί οἱ δύο· ὁ ἕνας πάει κοντά στούς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ, μαζί μέ τούς ἀγγέλους. Ὁ ἄλλος πεθαίνει ἀλλά μέ τόν θάνατο τί γίνεται; Ποῦ στήριξε τή ζωή του; Στό σῶμα. Τό σῶμα ἔλιωσε ὅμως. Ἔμεινε τίποτα ἀπό τήν ψυχή; Ὅ,τι στοιχεῖο πιά τοῦ ἔμεινε, πού ἦταν ἡ ψυχή του δέν ἔχει καμιά καλλιέργεια. Γι᾽ αὐτό καί τό κείμενο, πού εἶναι συγκλονιστικό τό κείμενο, βάζει αὐτόν δῆθεν νά ὁμιλεῖ, βλέπετε νά μιλήσει δέν μπορεῖ πιά, δέν ἔχει σῶμα νά μιλήσει. Τόν βάζει νά ρωτάει, νά τοῦ βάλουν λίγο νερό στό στόμα. Δέν ἔχει στόμα νά πάρει νερό νά δροσιστεῖ. Δέν μπορεῖ νά τό κάνει, δέν ἔχει σῶμα. Εἶναι συμβολικές κινήσεις. Βάζει στήν κουβέντα, νά ὑπάρχει μεγάλη ἀπόσταση. Μά οἱ ἀποστάσεις ὑπάρχουν ὅταν ὑπάρχουν οἱ γεωμετρικές περιγραφές, ἔ; Δέν ὑπάρχει ἀπόσταση. Ἡ ἀπόσταση ἀπ᾽ τόν Θεό εἶναι πιό λιγότερο ἀπό τό μισό [τοῦ] μισοῦ τοῦ χιλιοστοῦ. Ὅσο ἀπέχει ὁ νοῦς ἀπ᾽ τήν καρδιά μας. Δέν ὑπάρχει ἀπόσταση. Τά στοιχεῖα εἶναι συγκλονιστικά δηλαδή, καί μετά βάζει τό στοιχεῖο, τό ὅτι ἐνδιαφέρεται γιά τούς ἄλλους, γιά τά ἀδέρφια του, ὄχι γιά τόν ἴδιο βέβαια. Δέν μπορεῖ νά ἐνδιαφερθεῖ γιά τόν ἴδιο. Μιλάει γιά μετάνοια, ὄχι γιά τόν ἴδιο. Λέει γιά νά ἐνημερώσει τά ἀδέλφια του. Γιά νά ἔχεις μετάνοια πρέπει νά ἔχεις νοῦ. Ὅλα τά στοιχεῖα τά σωματικά λείπουν ἤδη. Ὅλα τά ὁποῖα λέει, ἄν ἦταν τά πράγματα ἀλλιώτικα θά μποροῦσε νά γίνει, δέν μπορεῖ νά γίνει, γιατί ὁ ἴδιος τά κατέστρεψε. Ἄρα ἡ ἱστορία αὐτοῦ τοῦ πλουσίου, δέν εἶναι ἡ ἱστορία πιά μιᾶς κοινωνικῆς ἀδικίας πού δέν τήν θέλουμε καθόλου. Ἀλλά ἡ ἱστορία ἀδικίας ἀποκαθίσταται ἄν κάποια πρόσωπα θ᾿ ἀλλάξουν. Ὅπου λειτουργεῖ πιά τό σῶμα τους καί ἡ ψυχή τους, ἡ ὁποία αὐτό μένει στό τέλος. Μπορεῖ νά καλλιεργήσει ὅλα τά χαρίσματα.
Εἶναι πραγματικά τό κείμενο συγκλονιστικό καί φυσικά ξεπερνάει τή διακήρυξη ἑνός κομμουνιστικοῦ μανιφέστου. Νά τό προσέξουμε βέβαια γιατί εἶναι τραγικά τά συστήματα τοῦ κόσμου καί τά συστήματα δέν γιατρεύονται διά τραγικῶν καταστάσεων. Ἀλλά μπορῶ νά πῶ πού γιατρεύονται διά συγκλονιστικῶν ἐπαναστάσεων, πού γίνονται μέσα στήν καρδιά μας καί στήν ψυχή μας. Ἡ βαθιά καλλιέργεια τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία θά φέρει αὐτή τήν ἀλλαγή τοῦ συστήματος μετά καί θά ἀλλάξουν τά πρόσωπα.
Προσέξτε λοιπόν, ἐπειδή τό κείμενο εἶναι συγκλονιστικό καί ἀφορᾶ ἐμᾶς καί καλλιεργοῦμε βαθιά τήν ψυχή μας, θεραπεύοντας καί τό σῶμα μας κατά τά μέτρα τῆς εὐδοκίας τοῦ Θεοῦ, ἐμεῖς οἱ χριστιανοί αὐτά νά τά προσέξουμε. Φυσικά δέν προσκολλόμαστε στά ἅρματα συστημάτων, καί δέν ἐλπίζουμε τίποτα ἀπ᾽ αὐτούς. Εἶναι τελείως ψεύτικα καί δέν ἔχουν κάτι νά ποῦν οὐσιαστικό, παρά μιλοῦν γιά σαρκικά μεγέθη. Ἐμεῖς δέν ζητᾶμε τέτοια ἀλλαγή, μακάρι νά γινόταν νά ἦταν ὅλοι ἅγιοι, ν᾿ ἀλλάξουν τά συστήματα. Κάνουμε μιά ἀλλαγή βαθιά στήν καρδιά μας. Καί αὐτή εἶναι ἡ ἐπανάσταση πού γίνεται. Ἄρα ἔχουμε καί ἐμεῖς τό δικό μας μανιφέστο. Ἡ βαθιά ἀλλαγή τῶν ἀνθρώπων μέσα τους. Ὅπου μετά θά ᾽ρθει καί ἡ ἀλλαγή τοῦ συστήματος. Δέν θά μπορεῖ πάλι νά ὑπάρχει πλούσιος πού νά ἐκμεταλλεύεται τούς ἄλλους.
Κείμενο συγκλονιστικό, κείμενο ἀληθινό, κείμενο θά ᾽λεγα, μοναδικό καί στήν ἑρμηνευτική του προσέγγιση κατά τούς Πατέρες. Ὅπου πιά ὅλοι οἱ κοινωνιστές γελοιοποιοῦνται. Καί ἔρχεται μπροστά τό Εὐαγγέλιο, ὁ Χριστός, ἡ Ἐκκλησία, προτείνει αὐτές τίς βαθιές ἀλλαγές χωρίς τραγικές, αἱματηρές ἐπαναστάσεις, ἀλλά ἐπαναστάσεις οὐσιαστικές μέσα στήν καρδιά μας!


Πατὴρ Κωνσταντῖνος Στρατηγόπουλος: «Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ»

 


   

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, ἀπό τήν ἱστοσελίδα floga.gr, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 18ο, στίχοι 18 ἕως 27, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας πού ἔγινε στό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς 28-11-2010.
 Τό ἀφετηριακό ἐρώτημα τό ὁποῖο ὑποβάλλει αὐτός ὁ ἄρχων στόν Χριστό εἶναι ἐρώτημα πανανθρώπινο καί διαχρονικό. Τό ἀκούσατε καί τό ξέρετε πολύ καλά: «Τί πρέπει νά κάνω γιά νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ζωή». Ἀλλά αὐτό τό γενικό ἐρώτημα ἔτσι μόνο του δέν λέει τίποτε, γιατί μπορεῖ κάποιος νά τό ἀπαντήσει φιλοσοφικά, νά τό ἀπαντήσει μέ λογισμικά συστήματα ἄλλων θρησκειῶν, ἀλλά πρέπει νά τό ἀκουμπήσει χριστιανικά τε καί ὀρθόδοξα αὐτό…
τό ἐρώτημα καί νά βρεῖ τά βαθύτατα ἐρείσματά του γιά νά γίνει καί μιά βιωματική πραγματικότητα.
  Νά μποῦμε στήν ἀνάλυση τῆς πορείας, ἀλλά νά ξεκαθαρίσουμε δύο πράγματα -ἄς τό πῶ ἔτσι- σάν κατήχηση, γιά νά μείνει στή μνήμη τοῦ λαοῦ. «Ποιά εἶναι ἡ διαχρονικότητα, ἀπό πότε ἀρχίζει ἡ αἰωνιότητα;» εἶναι τό πρῶτο ἐρώτημα καί τό δεύτερο: «σέ ποιά ἐμβέλεια βιώνεται πάνω μου καί ποῦ ἀλλοῦ πιάνει;» καί μετά: «ποιός ὁ τρόπος;». Θά ἀπαντήσω ὅπως εἶπα κατηχητικά στά δύο πρῶτα ἐρωτήματα, «ποιά εἶναι ἡ ἐμβέλεια;». Ἡ αἰωνιότητα εἶναι αἰωνιότητα, ἀλλά ἀπό ποῦ ἀρχίζει; Ὁ Χριστός δίνει μιά σαφέστατη ἀπάντηση, γιατί ἀπαντάει μέ τά πρῶτα λόγια «οὐ κλέψεις, οὐ μοιχεύσεις» – ἀπό τώρα. Νά λοιπόν μιά πεντακάθαρη ἀπάντηση: Ἡ αἰωνιότητα ἀρχίζει ἀπό τώρα. Αὐτό δέν κουβεντιάζεται, θεολογικά. Δίνεται ἔτσι ἁπλά δοσμένη ἡ ἀπάντηση ἀπό τόν Χριστό. Ποιά εἶναι ἡ ἐμβέλειά του; Ἀκουμπάει τόν νοῦ μου, τή διάνοιά μου, τά προσωπικά μου, τά ἀτομικά μου, ἤ ἀκουμπάει καί τίς κοινωνικές δομές; Καί πάλι ἡ ἀπάντηση δίνεται μέ πολύ λιτό τρόπο ἀπό τόν Χριστό, ὅταν λέει: «πώλησε τά ὑπάρχοντά σου καί δῶσε τοῖς πτωχοῖς». Ἀκουμπάει ἄρα καί τό κοινωνικό θέμα. Βλέπετε, τό λέω σάν κατήχηση γιά νά συλλαμβάνουμε ἁπλές ἀπαντήσεις ἀπό τά λιτά καί συγκλονιστικά βαθιά λόγια τοῦ Χριστοῦ.
  Τώρα νά πᾶμε στήν οὐσία τοῦ θέματος. Αὐτά ἦταν τά εἰσαγωγικά σημεῖα πού εἶπα νά τά ξέρετε σάν κατήχηση. Ποιός εἶναι ὁ τρόπος γιά νά μπορῶ νά κληρονομήσω τήν αἰώνια Βασιλεία; Ὁ Χριστός ἀκολουθεῖ ἕνα δρόμο, καί πάλι ἁπλό καί λιτό, τόν ὁποῖο ἀκολούθησε ὅλη ἡ Ἐκκλησία μας στίς ἐκφράσεις τῆς σωτηριολογίας της ἤ στόν δρόμο τῆς νηπτικῆς θεολογίας τῆς καθάρσεως. Νά ἀκολουθήσουμε λοιπόν τόν δρόμο τοῦ Χριστοῦ γιατί εἶναι δρόμος μας, ὁ ὁποῖος πιάνει, ὅπως εἶπα, καί τό πρόσωπό μας καί τά κοινωνικά δεδομένα μετά ἀπό τό πρόσωπό μας.
  Ξεκινάει πρῶτα-πρῶτα ὁ Χριστός ἀπό μερικές προτάσεις τοῦ Δεκαλόγου: «Οὐ μοιχεύσῃς, οὐ κλέψῃς, οὐ φονεύσῃς». Πρῶτα-πρῶτα ξεκινάει ἀπό τόν τρόπο ἀντιμετωπίσεως ἀνθρωπίνων πραγμάτων πού τά ἀντιμετωπίζεις λανθασμένα. Τό «οὐ μοιχεύσῃς» σημαίνει μιά διαστρέβλωση μιᾶς ἀνθρώπινης λειτουργίας, ὅπου μιά ἀνθρώπινη λειτουργία διαστρεβλώνεται καί λειτουργεῖ σάν ἀνάγκη πού καταστρέφει τό πρόσωπό σου. Ἄρα ξεκινάει ὁ Χριστός ἀπό τίς προσωπικές στάσεις καθάρσεως πάνω στά προσωπικά μας πάθη πού προέρχονται ἀπό λανθασμένη ἀντιμετώπιση λεγομένων λανθασμένων ἀναγκῶν. Ἀκόμη καί τό «οὐ κλέψῃς»: μιά λανθασμένη ἀντιμετώπιση τῆς πείνας. Ἡ πείνα εἶναι ἕνα δεδομένο ἀνάγκης, ἀλλά [ἡ κλεψιά εἶναι] λανθασμένη ἀντιμετώπιση τῆς πείνας.
   Ξεκινάει ὁ Χριστός, βλέπετε, ἀπό τά πρῶτα, τά ἀνθρώπινα στοιχεῖα. Πάει λίγο βαθύτερα μετά ὅταν μπαίνει στό «οὐ ψευδομαρτυρήσῃς», ὅταν πηγαίνει στό «τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου». Θίγει τά δεδομένα τῆς βαθύτερης ἐκφράσεως τῆς διαστρεβλώσεως τῆς προσωπικῆς μας τάσεως πρός τή ζωή – τοῦ ἐγωισμοῦ δηλαδή. Ὅταν λέει «τίμα τόν πατέρα σου» σημαίνει ἐδῶ πέρα ὅτι ὑπάρχει μιά στρέβλωση στίς σχέσεις τίς ἀνθρώπινες. Ὅταν λέει «οὐ ψευδομαρτυρήσῃς» κρύβεται μιά ὑποκρισία γιά νά μπορεῖς νά σταθεῖς ὄρθιος, νά δώσεις καλό κοινωνικό πρόσωπο μέ ἕνα λανθασμένο τρόπο. Ἀφοῦ λοιπόν ἀκούμπησε τή λανθασμένη χρήση τῶν ἀναγκῶν, πηγαίνει στή βαθύτερη ἔκφραση τῆς λανθασμένης χρήσεως τοῦ «ἐγώ» καί τῆς προσωπικότητάς μας ἡ ὁποία, διαστρεβλούμενη, προβάλλει ἄλλο πρόσωπο ἀπό αὐτό πού εἶναι.
  Βλέπετε, ἡ πορεία εἶναι νηπτική: Οἱ ἀνάγκες, τό πρόσωπο, ὁ ἐγωισμός· καί μετά, μέσα σέ αὐτή τήν πραγματικά ἐκρηκτική λιτότητα τοῦ κειμένου καί τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ, -μέσα ἀπό τό προσωπικό, μέσα ἀπό τή νήψη τήν προσωπική- περνάει στό θέμα τό κοινωνικό. Λέει: -τώρα προσέξτε- «πώλησε τά ὑπάρχοντά σου “καί διάδος πτωχοῖς”». Πρῶτα-πρῶτα ἐδῶ χρειάζεται μιά ἀπελευθέρωση ἀπό τά δεσίματα πού ἔχουμε μέ τά πράγματα, γι᾽ αὐτό εἶναι μιά ἐσωτερική κατάσταση, μιά ἀπελευθέρωση. Ἄρα εἴμαστε δουλωμένοι καί μᾶς ζητάει ὁ Χριστός νά κάνουμε μιά ἀπο-δούλωση καί -προσέξτε- «πώλησον τά ὑπάρχοντά σου» ἀλλά δέν λέει κάνε τα κάτι ἄλλο, νά τά βάλεις στό χρηματιστήριο. Λέει: «διάδος πτωχοῖς». Σέ αὐτό τό σημεῖο ἀκριβῶς γίνεται τό πέρασμα στό κοινωνικό μέγεθος, ἀκριβῶς σέ αὐτό τό καίριο σημεῖο· καί λέει μετά ὅτι πόσο δύσκολο εἶναι ἕνας πλούσιος νά μπεῖ στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, γιατί αὐτό δέν τό κάνει. Ἤδη ἀξιοποίησε τήν ἐσωτερική πορεία, τή νηπτική πορεία τῆς μετανοίας, τῆς λανθασμένης χρήσεως τῶν ἀναγκῶν, τῆς τάσεως τοῦ ἐγωισμοῦ μας. Πηγαίνει στό κοίταγμα τῆς ἐλευθερίας ἀπό τά πράγματα (καίριο σημεῖο). «Διάδος πτωχοῖς» -προσέξτε- «καί ἀκολούθει μοι». Ἀκόμη καί ἄν τά πουλήσεις κι ἀκόμη ἄν τά δώσεις στούς φτωχούς καί δέν μέ ἀκολουθήσεις, αὐτό δέν θά σέ ὁδηγήσει στή σωτηρία.
  Ἐδῶ τό θέμα γίνεται κεντρικό. Ὁ Χριστός γίνεται τό κέντρο καί ὅλα αὐτά γίνονται γιά τόν Χριστό. Δέν γίνονται γιά νά κάνουμε φιλανθρωπία, γιά κανένα κοινωνικό σύστημα, γιά κανένα φιλανθρωπικό ὀργανισμό. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία ξεπερνάει μέν ὁποιοδήποτε παραλήρημα κάποιου καπιταλιστικοῦ συστήματος πού στρέφει τό πρόσωπό μας στήν ἐγωιστική χρήση τοῦ κόσμου καί ὁποιουδήποτε ἀριστερίστικου συστήματος, τό ὁποῖο μιλάει γιά φιλανθρωπική ἰσότητα τῶν πραγμάτων, ἀλλά εἶναι χωρίς Χριστό. Λέει «καί ἀκολούθει μοι» καί διαλύει τό ὁποιοδήποτε κοίταγμα τῶν παρατηρήσεων γιά τά συστήματα, κάνει δηλαδή μιά πρόσθετη θεραπευτική γιά τό σύνολο τοῦ κόσμου. Γι᾽ αὐτό σᾶς εἶπα θεραπεύεται ὁ ἄνθρωπος καί θεραπεύεται ταυτόχρονα καί αὐτό πού λέμε: «τρόπος λειτουργίας τῶν συστημάτων τοῦ κόσμου». Χωρίς αὐτό τό πράγμα δέν μπορεῖ νά βιωθεῖ ἀπό τώρα -τό εἴπαμε αὐτό, τό ξεκαθαρίσαμε, μέ τά λόγια τοῦ Χριστοῦ- ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
  Ἐκεῖ μέσα κρύβονται ὅλες οἱ κρίσεις μας (οἱ προσωπικές μας κρίσεις, οἱ ἀποτυχίες μας, οἱ μελαγχολίες μας, τά λεγόμενα ψυχολογικά μας) καί οἱ κρίσεις τοῦ κόσμου, οἱ πολιτικές καί οἱ κοινωνικές. Ὅλη αὐτή τήν πορεία, ἄν τήν ἀκουμπήσεις κάπου σχετικά καί ὄχι ἀπόλυτα, στήν πορεία αὐτή τήν ἀπόλυτη μέχρι «καί ἀκολούθει μοι» – ἀλλά ὄχι μόνο τό «ἀκολούθει μοι»· καί τά προηγούμενα, τά νηπτικά τῆς καρδιᾶς καί ἀπελευθέρωσης ἀπό τά πάθη καί ἀπό τό δέσιμο μέ τά πράγματα πού ἔχεις γύρω σου – τότε δέν δίνεις ἀπάντηση στό ἐρώτημα καί δέν ἀπαντᾶς προσωπικά τό ἐρώτημα γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ («πῶς θά ζήσω τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ;»). Μπορεῖ νά καταλήξεις νά μιλᾶς γιά μιά μελλοντική Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τώρα νά ζεῖς σέ μιά μεγάλη ἀπελπισία, ὁπότε εἶναι μιά τραγωδία αὐτό τό κοίταγμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τώρα νά κάνεις μερικές καλές πράξεις, νά λές «νά, ἐγώ βοηθῶ κάποιους» καί νά μήν ἀκολουθεῖς τόν Χριστό κι αὐτό εἶναι μιά τραγωδία. Νά πᾶς νά διορθώσεις τά συστήματα χωρίς νά ξέρεις Χριστό κι αὐτό εἶναι μιά τραγωδία. Νά πᾶς νά πεῖς ὅτι: «θά κάνω τά συστήματα νά ἀλλάξουν μέ τόν Χριστό» καί χωρίς νά ζεῖς τόν Χριστό νά λές ὅτι εἶσαι χριστιανός, πού θά ἀλλάξει τό σύστημα καί πάλι μιά τραγωδία. Καί ἐδῶ δίνεται μιά συγκλονιστική ἀπάντηση, στό καθολικό ἐπίπεδο πιά, τῆς κρίσεως τοῦ κόσμου, πού εἶναι προσωπική τε καί κοινωνική, μέσα ἀπό αὐτό τό ὁριστικό πεδίο τῆς προσωπικῆς καθάρσεως, τῆς κοινωνικῆς καθάρσεως, ἐν Χριστῷ.
  Γι᾽ αὐτό, αὐτό τό κείμενο εἶναι πραγματικά καθοριστικός ὁδηγός γιά τίς ὁποιεσδήποτε ἀναζητήσεις τῶν ὁποιωνδήποτε ἐπαϊόντων, ἐπιστημόνων, πολιτικῶν, οἰκονομολόγων καί σέ ὅλα τά ἄλλα ἐπίπεδα, πού ψάχνουν καλά, ψάχνουν τίς αἰτίες τῆς κρίσεως γιά νά τίς θεραπεύσουν καί δέν μποροῦν ποτέ νά δώσουν ἀπάντηση ἄν δέν δοῦν αὐτό τό κείμενο.
  «Δεῦρο ἀκολούθει μοι» λέει «καί διάδος πτωχοῖς» καί τότε δίνεται ἡ λύση τοῦ προβλήματος. Ἡ πορεία τοῦ χριστιανοῦ εἶναι μιά πορεία ἐλευθερίας: ἐλευθερίας ἀπό τά πάθη του, ἀπό τά πράγματα ἀπό τά ὁποῖα δεσμεύεται καί ἀπό τίς ἰδέες πού τόν δεσμεύουν γιά νά μήν μπορεῖ νά ἀκολουθήσει τόν Χριστό. Διαβάστε τό κείμενο. Μελετῆστε το, ὄχι ἁπλῶς γιά ὁποιαδήποτε κουλτούρα, [ἀλλά] γιατί εἶναι θέμα ζωῆς. Αὐτό τό θέμα μᾶς καίει. Ἤ ζοῦμε ἤ πεθαίνουμε.
 
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2015/11/blog-post_35.html

Πατὴρ Κωνσταντῖνος Στρατηγόπουλος: Ἡ ζωτικὴ κίνηση τῆς «ἀκινησίας» τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀκινησία τῆς «κίνησης» τοῦ κόσμου

 


 
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, ἀπό τήν ἱστοσελίδα floga.gr, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 13ο, στίχοι 10 ἔως 17, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας πού ἔγινε στό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς 5-12-2004.
Θά ἔλεγε κάποιος πώς ἀκούσαμε ἕνα ἀκόμη θαῦμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἐπειδή τό θαῦμα ἀκριβῶς κινεῖται στόν χῶρο τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ μυστηρίου τῆς ἀγάπης Του, παρόλο πού φαινομενικά δηλώνει τί γίνεται, μέσα σέ αὐτό τό θαῦμα κρύβεται μιά ὁλόκληρη διεργασία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί τῆς καρδιακῆς ἀνταποκρίσεως τοῦ ἀνθρώπου σέ αὐτό τό θαῦμα πού κάνει. Αὐτή ἡ περικοπή πού ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο, τόσο ἁπλά…
κατανοητή, προσδιορίζει, στά ἐσωτερικά της πολύ μυστικά μεγέθη, πολύ βαθιές καρδιακές διεργασίες πού εἶναι ἀνοιχτές καί γιά μᾶς, φυσικά, γιά τή λειτουργία τοῦ δρόμου τοῦ θαύματος μέσα ἀπό ἄλλες διαδικασίες, πέρα ἀπό τόν τρόπο πού ἐμεῖς τό καταλαβαίνουμε σάν ἔκτακτο γεγονός, μέσα ἀπό τό ὁποῖο γίνεται κάτι ξαφνικά ἐπάνω μας.
Προσέξτε -καί πρέπει νά προσέξουμε- τίς λεπτομέρειες τῆς περικοπῆς. Ἐδῶ προσδιορίζεται πάρα πολύ συγκεκριμένα, σχεδόν μέ τρεῖς λέξεις (κάτι πού δέν εἶναι σύνηθες), τό εἶδος τῆς ἀρρώστιας τῆς γυναίκας, θαρρεῖς καί γράφει κάποιος ἕνα ἰατρικό δελτίο. Λέει «συγκύπτουσα, μή δυναμένη ἀνακῦψαι» καί μάλιστα «εἰς τό παντελές». Δέν εἶναι σύνηθες τό γεγονός τῆς περιγραφῆς τῆς ἀρρώστιας «τριτῶς», μέ αὐτόν τόν τρόπο πού γίνεται ἐδῶ πέρα καί θέλει κάτι νά προκαλέσει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, γιά τή διεργασία τῆς βαθιᾶς ἑρμηνείας τοῦ κειμένου. Δηλώνεται λοιπόν μιά ἀκινησία τῆς γυναίκας: «Συγκύπτουσα», «μή δυναμένη ἀνακῦψαι» καί «εἰς τό παντελές». Ταυτόχρονα ὅμως, ἀπ᾽ ὅ,τι φαίνεται, ἀπ᾽ ὅ,τι ἑρμηνεύουν οἱ Πατέρες πού προσεγγίζουν τήν περικοπή, μές στήν καρδιά τῆς γυναίκας τῆς ἐξωτερικά ἀκίνητης λειτουργεῖται μιά πολύ βαθιά κίνηση. Εἶναι μυστική κίνηση πού δέν φαίνεται στό κείμενο. Ἁπλῶς συλλαμβάνουμε τήν κίνησή της μέ ἕναν τρόπο ἀποφατικό ὄχι γιατί κάνει κάτι, οὔτε λέει τίποτε (εἶναι τελείως σιωπηλή), [ἀλλά] ἀπό τή λέξη πού λέει τό κείμενο, ὅτι ὁ Χριστός «προσεφώνησε» αὐτή.
Ὁ Χριστός, παρόλο πού μᾶς ἀγαπάει ἀτέλειωτα, δέν παρεμβαίνει ποτέ διά ἐξωτερικῶν γεγονότων γιά νά παρέμβει στήν ἐλευθερία μας. Ἐδῶ τό «προσεφώνησε» καί μάλιστα «προσεφώνησε» (δίνεται ἐπίφαση στό γεγονός τοῦ ἤχου τῆς φωνῆς) σημαίνει πού ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται σέ αὐτή τή βαθιά ἐσωτερική μυστική κίνηση πού κάνει ἡ γυναίκα, ἡ ἀκίνητη γυναίκα, ἀλλά κινούμενη καρδιακά πρός τόν Χριστό, ἀπ᾽ ὅ,τι φαίνεται μέ ἕναν τρόπο ἡσυχαστικό, βαθιά νηπτικό, ἀσκητικό. Αὐτή ἡ γυναίκα, πολύ μυστικά, πολύ κρυφά ἀσκήθηκε σέ αὐτή τήν κίνηση πρός τόν Χριστό καί ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται προσφωνῶν αὐτήν. Καί φαίνεται πού ἔτσι εἶναι τά πράγματα, πώς ἡ γυναίκα οὔτε διαμαρτύρεται γιά τήν ἀρρώστια, οὔτε περιγράφει τήν ἀρρώστια ἡ ἴδια, δέν κάνει τίποτε, παρά μόνο καταλήγει νά ἐμφανιστεῖ αὐτό τό μυστικό δομικό στοιχεῖο πού ἔχει πάνω της μέ τό ὅτι δοξολόγησε τόν Θεό. Καμιά ἄλλη κουβέντα. Ἐκρήγνυται ὅλη αὐτή ἡ ἐσωτερική κίνηση σέ μιά δοξολογία καί ἔρχεται ἕνα πρῶτο βασικό συμπέρασμα μέσα ἀπό τήν πορεία τῆς περικοπῆς, ὅτι ἡ βαθιά κίνηση ἡ ἐσωτερική ὁρίζει τά πράγματα γιά τή ζωή μας, ὅπου ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται κι Ἐκεῖνος μέ ἕναν μυστικό τρόπο, ἔστω μέ μιά φωνή πού προσεφώνησε, σέ αὐτή μας τήν κίνηση.
Εἶναι ὁλόκληρη ἡ πνευματική ζωή τοῦ χριστιανοῦ, πού εἶναι μιά πολύ βαθιά κίνηση, ἐν ἀντιδιαστολῇ μέ τόν περίγυρο τῆς περικοπῆς πού ἀκούσαμε (ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἔβλεπαν καί ἀνέλυαν τό γεγονός, γιατί καί πῶς, εἶναι Σάββατο…). Μιά ἀνάλυση, μιά λογοκρατία, μιά κυριαρχία πληθωρικότητας τοῦ λόγου, πού εἶναι οὐσιαστικά μιά ἀκινησία γιά τή λύση τῶν προβλημάτων τοῦ κόσμου. Ὅλη αὐτή ἡ δεδηλωμένη ἀναζήτηση μέ ἕνα δυναμικό τρόπο, μέ λόγια, μέ ἐκφράσεις, μέ φιλοσοφίες, γιά τό τί θά γίνει γιά τόν κόσμο, δηλώνει αὐτή τήν ὁριζόντια, τελείως δαιμονιώδη κίνηση. Δαιμονιώδης εἶναι ἡ κίνηση ἡ ὁποία δέν καταλήγει στόν Θεό. Εἶναι ἁπλῶς μιά κίνηση πού παλινδρομεῖ συνεχῶς μέ ἕναν σπειροειδῆ τρόπο καί δέν καταλήγει πουθενά, μιά συνεχής ἀναζήτηση. Αὐτό κάνει ὁ περίγυρος. Ἔχει φαινομενικά κίνηση καί ἔχει μιά νεκρή ἀκινησία καί κάνει ἡ περικοπή ἐδῶ πέρα αὐτή τήν ἀντιπαραβολή τῆς πληθωρικῆς σιωπῆς μέ τήν πληθωρική κίνηση καί ἀπορρίπτεται ἡ πληθωρική κίνηση ἄν δέν ὑπάρχει πληθωρική αὐτή ἡ ἡσυχία καί ἡ βαθιά κίνηση πρός τόν Χριστό μας. Καί γίνεται τό θαῦμα καί ἁπλῶς ὁ κόσμος γύρω χαίρει, χωρίς νά προσδιορίζει τί ἔγινε. Ξέρουν ὅτι κάτι βαθύ ἔγινε.
Καί ἀνοίγεται ἕνας δρόμος στή ζωή μας. Εἶναι πολύ βαθιά μυστικός. Ἡ πνευματική ζωή εἶναι ἕνα μυστήριο, δέν ὁρίζεται μέ συντεταγμένες. Ἡ Ἐκκλησία ἁπλῶς δίνει τρόπους καί αὐτοί οἱ τρόποι χαράζουν ἕνα βαθύ μυστήριο μέσα μας. Λέει «μετάνοια», λέει «νηστεία», λέει αὐτά πού λέει. Μέσα ἐκεῖ πέρα ὑπάρχει μιά ὁλόκληρη σιωπηλή κίνηση πρός τόν Χριστό πού καταργεῖ καί ἀναιρεῖ ὁποιαδήποτε διαμαρτυρία, ὁποιαδήποτε ἀνάλυση τοῦ «πῶς» καί τοῦ «γιατί», τοῦ «ἔτσι» καί τοῦ «ἀλλιῶς», «γιατί εἴμαστε;». Καί καταλήγει αὐτή ἡ κίνηση πρός τόν Χριστό καί γίνεται ἁπλῶς μιά δοξολογία. Στή χαρά καί στή λύπη ὅλα εἶναι δοξολογία καί ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται μυστικά καί ἡ γυναίκα ἡ ὁποία δέν κινεῖται πιά εἶναι κινούμενη, γιατί ὁ ἅγιος εἶναι κινούμενος καί ἔχει μιά ἀτέλειωτη κίνηση, πού πάει στόν οὐρανό. Αὐτή λοιπόν ἡ ἀντιπαραβολή τῆς κίνησης καί τῆς ἀκινησίας ὁρίζει πραγματικά καί μπορεῖ πραγματικά νά δώσει νόημα στή συνεχῶς ταραγμένη καί κινούμενη, ἀναζητοῦσα ἐποχή μας μέ τόσο πολλά λόγια.
Ἡ ὀρθόδοξη ζωή ἔχει αὐτή τή βαθιά κίνηση καί τότε, ὅταν τή βρεῖς, καί μιλᾶς καί σωπαίνεις εἶσαι στόν Χριστό κοντά. Ἄν δέν τήν βρεῖς, καί μιλᾶς καί σωπαίνεις εἶσαι δαιμονιώδης. Ἀκολουθεῖς αὐτήν τήν πορεία, εἰδάλλως, πραγματικά, καί μή ζώντας τήν Ὀρθοδοξία καί μιλώντας γιά τό κάλλος της, γιά τούς μεγάλους θησαυρούς της, δέν θά κάνουμε αὐτή τή βαθιά κίνηση, καί κρίνεται ὁλόκληρη ἡ ζωή μας. Καί τότε ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται φωνάζοντας πρός ἐμᾶς, προσφωνῶν πρός ἐμᾶς καί ἐμεῖς πιά δοξολογοῦμε τόν Θεό καί τίποτε ἄλλο καί ἐκεῖ τελειώνει ὅλη ἡ ἱστορία. Τελειώνει καί ἀρχίζει ξανά, καί εἶναι καί πάλι μιά κίνηση καί πάλι μιά σιωπή καί πάλι μιά θεραπεία ἀπό τόν Χριστό.
Εὐχόμαστε, λοιπόν, αὐτόν τόν μυστικό τρόπο τῆς ἀναιρέσεως τῆς δυναμικῆς τοῦ κόσμου τοῦ δικοῦ μας ἔτσι νά τόν ζήσουμε καί τότε πραγματικά θά βροῦμε τό κάλλος τῶν προτάσεων τῆς ὀρθοδόξου Παραδόσεώς μας.
 
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2015/12/blog-post_16.html