Τρίτη 21 Απριλίου 2015

Απόδειξη Μεγάλου Αθανασίου για την Ανάσταση του Χριστού

 



Απόδειξη Μεγάλου Αθανασίου για την Ανάσταση του Χριστού
Προχωρώντας τον λόγο Περί Ενανθρωπήσεως και αφού απέδειξε ότι ο Χριστός κατήργησε τον θάνατο, ο Μέγας Αθανάσιος προσκομίζει απόδειξη περί της Αναστάσεως του Κυρίου.
«Εάν δε εις κάποιον δεν είναι αρκετή αυτή η απόδειξις περί της αναστάσεως αυτού, ας βεβαιωθή από αυτά που συμβαίνουν εμπρός εις τα μάτια μας.
Όταν ένας είνε νεκρός, δεν δύναται να ενεργήση˙ η ικανότης του υφίσταται μέχρι το μνήμα, πέραν δε αυτού παύει.  Αι πράξεις και αι ενέργειαι προς τους ανθρώπους είνε ιδιότητες μόνον των ζωντανών. Ας προσέξη λοιπόν αυτός που θέλει, και ας κρίνη από όσα βλέπει, δια να ομολογήσει την αλήθειαν.
Όταν βεβαίως ο Σωτήρ ενεργή εις τους ανθρώπους τόσον μεγάλα, και καθημερινώς πείθει αοράτως να προσέλθουν εις την πίστιν του και να υπακούουν όλοι εις την δικήν του διδασκαλίαν, τόσον μέγα πλήθος από όλα τα μέρη και από εκείνους που κατοικούν εις την Ελλάδα και από εκείνους που κατοικούν εις βαρβαρικάς χώρας, άραγε αμφιβάλλει ακόμη κανείς, ότι ανεστήθη ο Σωτήρ και ζη ο Χριστός, ή μάλλον ότι αυτός είναι η ζωή;
Μήπως είνε ίδιον νεκρού να συγκινή βαθύτατα τας διανοίας των ανθρώπων, ώστε να αρνούνται την θρησκείαν των προγόνων και να προσκυνούν ως διδάσκαλον τον Χριστόν;
Ή, αν δεν ενεργή, εφ΄ όσον είνε νεκρός, πως αυτός σταματά τας ενέργειας εκείνων που ζουν και ενεργούν, ώστε ο μοιχός να μη μοιχεύη πλέον, ο φονεύς να μη φονεύη, ο άδικος να μη πλεονεκτή, και ο ασεβής εις το εξής να είνε ευσεβής;
Εάν πάλι δεν ανεστήθη, αλλ’  είνε νεκρός, πως εκδιώκει και καταδιώκει και καταβάλλει τους ψευδοθεούς και λατρευομένους δαίμονας, δια τους οποίους οι άπιστοι λέγουν ότι ζουν;
Διότι όπου προφέρεται το όνομα Χριστός και η πίστις του, εκκαθαρίζεται απ’  εκεί κάθε ειδωλολατρία, ξεσκεπάζεται κάθε απάτη των δαιμόνων, και κάθε δαίμων ούτε το όνομα δεν υποφέρει, αλλά και μόνον εάν το ακούση, αμέσως τρέπεται εις φυγήν.
Αυτό, βεβαίως δεν είναι έργον νεκρού, αλλά ζώντος και μάλιστα Θεού. Εξ άλλου θα ήτο γελοίον να λέγωμεν ότι είνε μεν ζωντανοί οι δαίμονες οι οποίοι εκδιώκονται υπ’  αυτού και τα είδωλα τα οποία καταργούνται, είνε δε νεκρός αυτός ο οποίος τους εκδιώκει και με την δύναμίν του δεν τους αφήνει να φανούν, αυτός, τον οποίον όλοι ομολογούν ότι είνε Υιός του Θεού.
Κεφ. 31. Όσοι απιστούν εις την ανάστασιν προκαλούν σφοδρόν έλεγχον εναντίον των, αφού όλοι οι δαίμονες και οι θεοί τους οποίους προσκυνούν δεν εκδιώκουν τον Χριστόν, αλλ’ ο Χριστός τους αποδεικνύει όλους νεκρούς.
Διότι εάν είναι αλήθεια ότι ο νεκρός δεν ενεργεί καμμίαν ενέργειαν, ενώ ο Σωτήρ καθημερινώς κάνει τόσα πολλά, ήτοι ελκύει εις ευσέβειαν, πείθει εις αρετήν, διδάσκει περί αθανασίας, ωθεί εις τον πόθον των ουρανίων, αποκαλύπτει την γνώσιν περί του Πατρός, εμπνέει την δύναμιν κατά του θανάτου, φανερώνει εις τον καθένα τον εαυτόν του, και κρημνίζει την αθεΐαν των ειδώλων.
Από αυτά τίποτα δεν δύνανται να πράξουν οι θεοί και δαίμονες των απίστων, αλλά μάλλον νεκρώνονται με την παρουσίαν του Χριστού, διότι η εμφάνισίς των είναι άνευ έργου και κούφια.
Δια του σημείου  όμως του σταυρού παύεται κάθε μαγεία, καταργείται κάθε μαγγανεία, και όλα τα είδωλα ερημώνονται και εγκαταλείπονται˙ παύει κάθε ανόητη ηδονή, και ο καθένας στρέφει το βλέμμα από την γην προς τον ουρανόν.
Ποιον θα ονομάση κανείς νεκρόν; Τον Χριστόν, ο οποίος ενεργεί τόσον μεγάλα; Αλλά δεν είνε ίδιον του νεκρού να εργάζεται. Ή αυτόν που δεν ενεργεί καθόλου, αλλά μένει άψυχος, πράγμα το οποίον είνε ιδιότης των δαιμόνων και των ειδώλων, αφού είναι νεκρά;
Διότι ο Υιός του Θεού είνε ζωντανός και δραστήριος και καθημερινώς εργάζεται και ενεργεί την σωτηρίαν όλων˙ ενώ καθημερινώς αποδεικνύεται ότι ο θάνατος έχει αδυνατήσει και ότι τα είδωλα και οι δαίμονες είνε νεκροί˙ δια τούτο κανείς πλέον δεν αμφιβάλλει περί της αναστάσεως του σώματος αυτού» .
(μετ. Στέργιου Σάκκου, Μεγάλου Αθανασίου Έργα, εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Θεσσαλονίκη 1973, τομ. 1 σελ. 303-307)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Πέραν της απολογητικής αξίας του κειμένου, μπορούμε να βγάλουμε κι ένα ιστορικό συμπέρασμα. Ανακαλύπτουμε με έκπληξη και αντίθετα στις ψευδολογίες των νεοπαγανιστών, ότι ο Μέγας Αθανάσιος αποκαλεί την Ελλάδα … Ελλάδα και όχι Ρωμανία. Ίσως, απαιτούν οι νεοπαγανιστές, σε ένα κρεσέντο εθνικισμού, ν’ αποκαλείται ολόκληρη η ρωμαϊκή αυτοκρατορία Ελλάδα, δηλ. και η Αίγυπτος και η Ισπανία και όλες οι άλλες χώρες που αποτελούσαν το οικουμενικών διαστάσεων κράτος. Αυτό ούτε στέκει ιστορικά, ούτε και μπορεί να γίνει αποδεκτό. Η κάθε χώρα, ως επαρχία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας διατήρησε την ονομασία της, αλλά η ίδια η αυτοκρατορία είχε όνομα και αυτό ήταν Ρωμανία. Το όνομα δεν το έδωσε ο Μέγας Αθανάσιος. Θα ήταν ανόητο να πούμε ότι ένας άνθρωπος επέβαλε την ονομασία «Ρωμιός» σε εκατομμύρια πολίτες ανά μέσω των αιώνων. Οι ίδιοι οι πολίτες, ως Ρωμαίοι πολίτες από το 212 μ.Χ και μετά ονόμασαν εαυτούς Ρωμιούς και διατήρησαν την ονομασία για τους επόμενους 18 αιώνες, μέχρι που ο Κοραής διέταξε να ξαναγίνουν Γραικοί.

Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

Προσευχή γιά Ἐγκεφαλικά, Ἀλτσχάϊμερ, Ἀμνησία – γιά διαύγεια νόος



Zoom in (real dimensions: 600 x 377)Εικόνα

Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος . Ἀμήν.
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς. (τρεῖς φορές)
Παναγία τριάς, ἐλέησον ἠμᾶς. Κύριε ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἠμῶν. Δέσποτα, συγχώρισον τάς ἀνομίας ἠμίν. Ἅγιε, ἐπισκεψε καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἠμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.

Πάτερ ἠμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γεννηθήτω τό θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανό καί ἐπί τῆς γής. Τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἠμίν σήμερον, καί ἅφες ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν, καί μή εἰσενέγκης ἠμᾶς εἰς πειρασμόν ἀλλά ρύσαι ἠμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ.
Δί’ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἠμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἠμᾶς. Ἀμήν.

Θεοτόκε Παρθένε, χαῖρε κεχαριτωμένη Μαρία, ὁ Κύριος μετά Σου. Εὐλογημένη Σύ ἐν γυναιξί, καί εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας Σου, ὅτι Σωτήρα ἔτεκες, τῶν ψυχῶν ἠμῶν.

Βαπτιστά τοῦ Χριστοῦ, πάντων ἠμῶν μνήσθητι, ἴνα ρυσθῶμεν τῶν ἀνομιῶν ἠμῶν, σοί γάρ ἐδόθη χάρις, πρεσβεύειν ὑπέρ ἠμῶν.

Βίον ἔνθεον, καλῶς ἀνύσας, σκεῦος τίμιόν του Παρακλήτου, ἀνεδείχθης θεοφόρε Ἀρσένιε, καί τῶν θαυμάτων τήν χάριν δεξάμενος, πάσι παρέχεις ταχείαν βοήθειαν, πάτερ Ὅσιε, Χριστόν τόν Θεόν ἱκέτευε, δωρήσασθαι, ἠμίν τό μέγα ἔλεος.

Δεῦτε προσκυνήσομεν καί προσπέσωμεν τῷ Βασιλεῖ ἠμῶν Θεῶ.
Δεῦτε προσκυνήσομεν καί προσπέσωμεν Χριστό τῷ Βασιλεῖ ἠμῶν Θεῶ.
Δεῦτε προσκυνήσομεν καί προσπέσωμεν Αὐτῶ Χριστῷ τῷ Βασιλεῖ καί Θεῶ ἠμῶν.

Ψαλμός 144

Ὕψωσε σέ, ὁ Θεός μου ὁ βασιλεύς μου, καί εὐλογήσω τό ὄνομά σου εἰς τόν αἰώνα καί εἰς τόν αἰώνα τοῦ αἰῶνος. Καθ’ ἑκάστην ἡμέραν εὐλογήσω σέ καί αἰνέσω τό ὄνομά σου εἰς τόν αἰώνα καί εἰς τόν αἰώνα τοῦ αἰῶνος. Μέγας Κύριος καί αἰνετός σφόδρα, καί τῆς μεγαλωσύνης αὐτοῦ οὐκ ἔστι πέρας. Γενεά καί γενεά ἐπαινέσει τά ἔργα σου καί τήν δύναμίν σου ἀπαγγελούσι. Τήν μεγαλοπρέπειαν τῆς δόξης τῆς ἁγιωσύνης σου λαλήσουσι καί τά θαυμάσιά σου διηγήσονται. Καί τήν δύναμιν τῶν φοβερῶν σου ἔρουσι καί τήν μεγαλωσύνην σου διηγήσονται. Μνήμην τοῦ πλήθους τῆς χρηστότητός σου ἐξερεύκονται καί τή δικαιοσύνη σου ἀγαλλιάσονται. Οἰκτίρμων καί ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καί πολυέλεος. Χρηστός Κύριος τοῖς συμπασι, καί οἱ οἰκτιρμοί αὐτοῦ ἐπί πάντα τά ἔργα αὐτοῦ. Ἐξομολογησάσθωσαν σοί, Κύριε, πάντα τά ἔργα σου, καί οἱ ὅσιοί σου εὐλογησάτωσαν σέ. Δόξαν τῆς βασιλείας σου ἐρούσι καί τήν δυναστείαν σου λαλήσουσι τοῦ γνωρίσαι τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων τήν δυναστείαν σου καί τήν δόξαν τῆς μεγαλοπρέπειας τῆς βασιλείας σου. Ἡ βασιλεία σου βασιλεία πάντων τῶν αἰώνων καί ἡ δεσποτεία σου ἐν πάση γενεά καί γενεά. Πιστός Κύριος ἐν πάσι τοῖς λόγοις αὐτοῦ καί ὅσιος ἐν πάσι τοῖς ἔργοις αὐτοῦ.

Ὑποστηρίζει Κύριος πάντας τούς καταπίπτοντας καί ἀνορθοί πάντας τούς κατερραγμένους. Οἱ ὀφθαλμοί πάντων εἰς σέ ἐλπίζουσι, καί σύ δίδως τήν τροφήν αὐτῶν ἐν εὐκαιρία. Ἀνοίγεις σύ τάς χειράς σου καί ἐμπιπλᾶς πᾶν ζῶον εὐδοκίας. Δίκαιος Κύριος ἐν πάσαις ταῖς ὀδοῖς αὐτοῦ καί ὅσιος ἐν πάσι τοῖς ἔργοις αὐτοῦ. Ἐγγύς Κύριος πάσι τοῖς ἐπικαλουμένοις αὐτόν, πάσι τοῖς ἐπικαλουμένοις αὐτόν ἐν ἀληθεία. Θέλημα τῶν φοβουμένων αὐτόν ποήσει καί τῆς δεήσεως αὐτῶν εἰσακούσεται καί σώσει αὐτούς. Φυλάσσει Κύριος πάντας τούς ἀγαπώντας αὐτόν καί πάντας τούς ἁμαρτωλούς ἐξολοθρεύσει. Αἴνεσιν Κυρίου λαλήσει τό στόμα μου καί εὐλογείτω πάσα σάρξ τό ὄνομα τό ἅγιον αὐτοῦ εἰς τόν αἰώνα καί εἰς τόν αἰώνα τοῦ αἰῶνος.

Εὐαγγέλιο

Κατά Ματθαῖον, Κεφάλαιο 4/12-17, 23-25

Ἀκούσας δέ ὁ Ἰησοῦς ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τήν Γαλιλαίαν, καί καταλιπῶν τήν Ναζαρέτ ἐλθῶν κατώκησεν εἰς Καπερναούμ τήν παραθαλασσίαν ἐν ὀρίοις Ζαβουλῶν καί Νεφθαλείμ, ἴνα πληρωθῆ τό ρηθέν διά Ἠσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος• γῆ Ζαβουλῶν καί γῆ Νεφθαλείμ, ὁδόν θαλάσσης, πέραν τοῦ Ἰορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα καί τοῖς καθημένοις ἐν χώρα καί σκιά θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς. Ἀπό τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν καί λέγειν• μετανοεῖτε• ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καί περιῆγεν ὅλην τήν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καί κηρύσσων τό εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καί θεραπεύων πάσαν νόσον καί πάσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῶ. καί ἀπῆλθεν ἡ ἀκοή αὐτοῦ εἰς ὅλην τήν Συρίαν, καί προσήνεγκαν αὐτῶ πάντας τούς κακῶς ἔχοντας ποικίλαις νόσοις καί βασάνοις συνεχομένους, καί δαιμονιζομένους καί σεληνιαζομένους καί παραλυτικούς, καί ἐθεράπευσεν αὐτούς καί ἠκολούθησαν αὐτῶ ὄχλοι πολλοί ἀπό τῆς Γαλιλαίας καί Δεκαπόλεως καί Ἱεροσολύμων καί Ἰουδαίας καί πέραν τοῦ Ἰορδάνου.

Κομβοσχοίνι: Τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον μέ» & «Ἅγιε Ἀρσένιε, πρέσβευε ὑπέρ ἠμῶν»

Ἀπολυτίκιο. Ἁγίων Ἀναργύρων
Ἅγιοι Ἀνάργυροι καί θαυματουργοί, ἐπισκέψασθε τάς ἀσθενείας ἠμῶν, δωρεάν ἐλάβετε, δωρεάν δότε ἠμίν.

Ἀπολυτίκιο. Ἁγίου Παντελεήμονος
Ἀθλοφόρε Ἅγιε, καί ἰαματικέ Παντελεῆμον, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῶ ἴνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχη ταῖς ψυχαῖς ἠμῶν.

Δί’ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἠμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἠμᾶς. Ἀμήν.

Τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκη
Επιλογή προσευχής - xristianos.gr

Σάββατο 21 Μαρτίου 2015

Η ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΝΙΚΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ

 


Ο θάνατος του Χριστού πάνω στο Σταυρό δεν είναι μια αποτυχία που αποκαταστάθηκε κάπως μετά την Ανάστασή του. Ο ίδιος ο θάνατος πάνω στο Σταυρό είναι μια νίκη. Νίκη τίνος πράγματος; Μόνο μια απάντηση μπορεί να υπάρξει:Η νίκη της οδυνώμενης αγάπης. «Κραταιά ως θάνατος αγάπη...ύδωρ πολύ ου δυνήσεται σβέσαι την αγάπην» (Άσμα Ασμ. 8, 6-7). Ο Σταυρός μας δείχνει μιαν αγάπη που είναι δυνατή σαν το θάνατο, μιαν αγάπη ακόμη πιο δυνατή.
Ο άγ. Ιωάννης κάνει την εισαγωγή της διήγησής του για το Μυστικό Δείπνο και το Πάθος μ' αυτά τα λόγια: «...αγαπήσας τους ιδίους τους εν τω κόσμω, εις τέλος ηγάπησεν αυτούς» (Ιω. 13,1). Το ελληνικό κείμενο λέει εις τέλος, που σημαίνει «ως το τέλος», «ως το έσχατο σημείο». Κι αυτή η λέξη τέλος επαναλαμβάνεται αργότερα στην τελευταία κραυγή του Χριστού πάνω στο Σταυρό: «Τετέλεσται» (Ιω. 19,30). Αυτό πρέπει να εννοηθεί όχι σαν κραυγή αυτοεγκατάλειψης ή απόγνωσης, αλλά σανκραυγή νίκης: Τελείωσε, κατορθώθηκε, εκπληρώθηκε!
Τι εκπληρώθηκε; Απαντάμε: Το έργο της οδυνώμενης αγάπης, η νίκη της αγάπης πάνω στο μίσος. Ο Ιησούς, ο Θεός μας, αγάπησε τους δικούς του ως το έσχατο σημείο. 
Από αγάπη δημιούργησε τον κόσμο, από αγάπη γεννήθηκε σαν άνθρωπος μέσα σ' αυτό τον κόσμο, από αγάπη πήρε πάνω του τη διασπασμένη ανθρώπινη φύση μας και την έκανε δική του. 
Από αγάπη ταυτίστηκε μ' όλη μας την απελπισία. 
Από αγάπη πρόσφερε τον εαυτό του θυσία, διαλέγοντας στη Γεθσημανή να πάει εκούσια προς το Πάθος του: «...την μου τίθημι υπέρ των προβάτων... ουδείς αίρει αυτήν απ' εμού, αλλ' εγώ τίθημι αυτήν απ' εμαυτού» (Ιω. 10: 15,18).
Ήταν θεληματική αγάπη κι όχι καταναγκασμός αυτό που έφερε τον Ιησού στο θάνατό του. Στην αγωνία του μέσα στον κήπο και στη Σταύρωσή του οι σκοτεινές δυνάμεις του επιτίθενται μ' όλη τους την ορμή, αλλά δεν μπορούν ν' αλλάξουν τη συμπόνια του σε μίσος· δεν μπορούν να εμποδίσουν την αγάπη του να συνεχίσει να είναι η ίδια. Η αγάπη του δοκιμάζεται ως το έσχατο σημείο, αλλά δεν καταπνίγεται. «Το φως εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν» (Ιω. 1,5. Στη νίκη του Χριστού πάνω στο Σταυρό θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε τα λόγια που ειπώθηκαν από κάποιο Ρώσο ιερέα, όταν απελευθερώθηκε από το στρατόπεδο συγκεντρώσεως: «Ο πόνος έχει καταστρέψει τα πάντα. Ένα μόνο πράγμα έχει μείνει σταθερό, η αγάπη» .
Ο Σταυρός σαν νίκη μας θέτει το παράδοξο της παντοδυναμίας της αγάπης. ΟDostoevsky πλησιάζει την αληθινή έννοια της νίκης του Χριστού με μερικά λόγια, που βάζει στο στόμα του στάρετς Ζωσιμά:
Μπροστά σε μερικές σκέψεις ο άνθρωπος στέκεται μπερδεμένος, ιδίως μπροστά στη θέα της ανθρώπινης αμαρτίας, και αναρωτιέται αν θα την πολεμήσει με βία ή με ταπεινή αγάπη.
Πάντα ν' αποφασίζεις: «Θα την πολεμήσω με ταπεινή αγάπη» . Αν αποφασίσεις πάνω σ' αυτό μια για πάντα, μπορείς να κατακτήσεις ολόκληρο τον κόσμο. Η γεμάτη αγάπη ταπείνωση είναι μια τρομερή δύναμη: είναι το πιο δυνατό απ' όλα τα πράγματα και δεν υπάρχει τίποτε άλλο σαν κι αυτή.
Η γεμάτη αγάπη ταπείνωση είναι μια τρομερή δύναμη· όποτε θυσιάζουμε κάτι ή υποφέρουμε όχι μ' αίσθηση επαναστατικής πίκρας, αλλά με τη θέλησή μας και από αγάπη, αυτό μας κάνει πιο δυνατούς κι όχι πιο αδύνατους. Αυτό σημαίνει προπάντων στην περίπτωση του Ιησού Χριστού. «Η αδυναμία του ήταν από δύναμη», λέει ο άγ.Αυγουστίνος. Η δύναμη του Θεού φαίνεται όχι τόσο πολύ μέσα στη δημιουργία του κόσμου ή μέσα στα θαύματά του, όσο στο γεγονός ότι από αγάπη ο Θεός «εκένωσεν εαυτόν» (Φιλ. 2,7), πρόσφερε τον εαυτό του, με γενναιόδωρη αυτοδιάθεση, με τη δική του ελεύθερη εκλογή συγκατανεύοντας να υποφέρει και να πεθάνει. Κι αυτό το άδειασμα του εαυτού είναι συνάμα μία πλήρωση: η κένωση είναι πλήρωση. Ο Θεός δεν είναι ποτέ τόσο δυνατός, όσο όταν βρίσκεται στην έσχατη αδυναμία.
Η αγάπη και το μίσος δεν είναι απλώς υποκειμενικά συναισθήματα που επηρεάζουν το εσωτερικό σύμπαν αυτών που τα αισθάνονται, αλλά είναι και αντικειμενικές δυνάμεις που αλλάζουν τον κόσμο έξω από μας. Αγαπώντας ή μισώντας τον άλλο, τον κάνω, ως ένα σημείο, να γίνει αυτό που εγώ βλέπω μέσα του. Όχι μόνο για τον εαυτό μου, αλλά και για τις ζωές όλων γύρω μου, η αγάπη μου είναι δημιουργική, έτσι όπως το μίσος μου είναι καταστροφικό. Κι αν αυτό αληθεύει για τη δική μου αγάπη, αληθεύει σε ασύγκριτα μεγαλύτερη έκταση για την αγάπη του Χριστού.
Η νίκη της γεμάτης πόνο αγάπης του πάνω στο Σταυρό δεν είναι απλώς ένα παράδειγμα για μένα που μου δείχνει τι θα μπορούσα να πετύχω εγώ ο ίδιος αν μπορούσα να τον μιμηθώ με τις δικές μου δυνάμεις. Πολύ περισσότερο απ' αυτό, η πονεμένη του αγάπη έχει πάνω μου ένα δημιουργικό αποτέλεσμα, μεταμορφώνοντας την καρδιά μου και τη θέλησή μου, ελευθερώνοντάς με από τα δεσμά, ολοκληρώνοντάς με, κάνοντας δυνατό για μένα ν' αγαπώ μ' ένα τρόπο που θα ήταν τελείως περ' από τις δυνάμεις μου, αν πρώτα δεν ειχ' αγαπηθεί απ' αυτόν. Γιατί μέσα στην αγάπη ταυτίστηκε μαζί μου· και η νίκη του είναι νίκη μου. Κι έτσι ο θάνατος του Χριστού πάνω στο Σταυρό είναι πράγματι, όπως τον περιγράφει η Λειτουργία του Μ. Βασιλείου, ένας «ζωοποιός θάνατος».
Επομένως η οδύνη του Χριστού και ο θάνατος έχουν αντικειμενική αξία· έκανε για μας κάτι που θα ήμασταν τελείως ανίκανοι να κάνουμε δίχως αυτόν. Ταυτόχρονα δεν θα έπρεπε να λέμε ότι ο Χριστός υπέφερε «αντί για μας», αλλ' ότι υπέφερε για χάρη μα ς. Ο Υιός του Θεού υπέφερε «έως θανάτου», όχι για ν' απαλλαγούμε εμείς απ' την οδύνη, αλλά για να είναι η οδύνη μας σαν τη δική του. Ο Χριστός δεν μας προσφέρει ένα δρόμο που παρακάμπτει την οδύνη, αλλά ένα δρόμο μέσα απ' αυτήν· όχι υποκατάσταση, αλλά λυτρωτική συμπόρευση.
Αυτή είναι η αξία του Σταυρού του Χριστού για μας. Αν τη συνδέσουμε με την Ενσάρκωση και τη Μεταμόρφωση που προηγήθηκε, και με την Ανάσταση που την ακολουθεί -γιατί όλ' αυτά είναι αχώριστα μέρη μιας μοναδικής πράξης ή «δράματος»- η Σταύρωση πρέπει να κατανοηθεί σαν ύψιστη και τέλεια νίκη, θυσία και πρότυπο. Και σε κάθε περίπτωση η νίκη, η θυσία και το πρότυπο είναι της αγάπης που πάσχει.
Έτσι βλέπουμε το Σταυρό: 
την τέλεια νίκη της ταπείνωσης που ξέρει ν' αγαπάει πάνω στο μίσος και το φόβο· 
την τελεία θυσία ή την εκούσια αυτοπροσφορά της συμπόνιας που ξέρει ν'αγαπάει· 
το τέλειο πρότυπο της δημιουργικής δύναμης της αγάπης.
Με τα λόγια της Julian του Norwich: 
Θα'; θελες να μάθεις το νόημα του Κυρίου σου πάνω σ' αυτό το πράγμα; Μάθε το καλά: Η αγάπη ήταν το νόημά του. Ποιος στο έδειξε; Η αγάπη. Τι σου έδειξε εκείνος; Αγάπη. Γιατί στο έδειξε; Από αγάπη. Κρατήσου απ' αυτό και θα μάθεις περισσότερα. Αλλά ποτέ δεν θα ξέρεις ούτε θα μάθεις μέσα σ' αυτό τίποτ' άλλο. 
Τότε είπε ο καλός μας Κύριος Ιησούς Χριστός: Είσαι ευχαριστημένος που υπέφερα για σένα; Είπα: Ναι, Κύριέ μου, σ' ευχαριστώ· ναι, Κύριέ μου, ας είσαι ευλογημένος. Τότε είπε ο Ιησούς, ο Κύριος: Αν εσύ είσαι ευχαριστημένος, είμαι κι εγώ ευχαριστημένος: είναι μια χαρά, μια ευδαιμονία, μια ατέλειωτη ικανοποίηση για μένα το ότι κάτι υπέφερα για σένα· κι αν μπορούσα να υποφέρω περισσότερο, θα υπέφερα περισσότερο.
 

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2015

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς: ''Πως εκδικούνται οι νεκροί''

                     


paradeisos
Γράμμα του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς σε μια κυρία·
 
Μου γράφεις πως κάτι σε αναστατώνει στον ύπνο. Τρία παιδιά εμφανίζονται μόλις κλείσεις τα μάτια και γελούν μαζί σου, σε κοροϊδεύουν, σε απειλούν και σε τρομάζουν.
Πήγες, είπες, σε έξυπνους ανθρώπους και έψαχνες φάρμακο. Εκείνοι σου είπαν: «Δεν είναι τίποτα»!
Εσύ τους είπες: «Αφού δεν είναι τίποτα διώξτε αυτό το τέρας από μένα! Μα, μπορεί να μην είναι τίποτα εκείνο που δεν μ’ αφήνει να ησυχάσω ήδη έξι μήνες»; Και εκείνοι σου απάντησαν: «Άλλαξε αέρα, πήγαινε σε χαρούμενες παρέες, να τρέφεσαι καλύτερα. Αυτό είναι απλή υποχονδρία».
 
Ξέρω, αδελφή, τέτοιους «έξυπνους». Αυτοί έπιασαν στο στόμα τους έτσι μερικές λέξεις όπως «υποχονδρία», «τηλεπάθεια», «αυθυποβολή», με τις οποίες προσπερνούν την αδιαμφισβήτητη πνευματική πραγματικότητα και σε καθημερινή βάση μιλούν στον αέρα, με ελαφρότητα και άγνοια σαν να μιλά το κρασί.
 
Εγώ πιστεύω ότι αυτά τα τρία παιδιά που εμφανίζονται είναι τα ίδια εκείνα τρία δικά σου παιδιά που εσύ κατά την προσωπική σου ομολογία νέκρωσες πριν ο λαμπερός ήλιος τα φιλήσει ζωντανά. Και αυτά τώρα σε εκδικούνται. Και η εκδίκηση των νεκρών είναι πολύ φρικαλέα!
Επειδή εσύ αυτοαποκαλείσαι διαβασμένη γυναίκα, θα σου μιλήσω από τα βιβλία. Από το βιβλία θα θυμηθείς τον Μάκβεθ ή πώς το πνεύμα ενός νεκρού ανθρώπου σκότωσε τον Άγγλο βασιλιά. Διάβασες οπωσδήποτε πως ο βασιλιάς Βλάδισλαβ, δολοφόνος του βασιλιά Βλαδίμηρου, δολοφονήθηκε από το πνεύμα του Βλαδίμηρου.
 
Όμως ίσως διάβασες για την ακόλουθη περίπτωση. Ο Βυζαντινός βασιλιάς Κώνστας είχε αδελφό τον Θεοδόσιο, τον οποίο δεν αγαπούσε, επειδή φοβόταν να μην τον ρίξει από τον θρόνο. Γι’ αυτό ο Κώνστας ανάγκασε τον Θεοδόσιο να γίνει διάκονος. Αλλά ο φόβος δεν άφηνε τον βασιλιά ούτε τότε.
Τελικά ο βασιλιάς αποφάσισε να εγκληματήσει. Κανόνισε ώστε να σκοτώσουν τον Θεοδόσιο. Όταν πέτυχε τον δόλιο σκοπό του ανέπνευσε η ψυχή του νομίζοντας ότι για πάντα ελευθερώθηκε από τον αντίπαλό του.
Όμως ο αδαής δεν φαντάστηκε ότι οι νεκροί είναι πιο δυνατοί από τους ζωντανούς και ότι εκείνος που σκοτώνει αθώο άνθρωπο στην πραγματικότητα δεν νικά αλλά παραδίδει τα όπλα μπροστά στον νεκρό. Μετά από αυτό μια νύχτα ο δολοφονημένος διάκονος Θεοδόσιος εμφανίστηκε στον αδελφό του, τον βασιλιά, με ένα ποτήρι αίμα που άχνιζε και φώναξε με φοβερή φωνή: «Πιες αδελφέ»!
 
Ο βασιλιάς αναπήδησε, ξεσήκωσε όλο το παλάτι όμως κανένας δεν ήξερε να του πει τίποτα.
 
Μια άλλη νύχτα επαναλήφθηκε η ίδια σκηνή: Ο διάκονος με ένα ποτήρι αίμα και τη φρικτή κραυγή: «Πιες αδελφέ»!
 
Ο βασιλιάς ξεσήκωσε όλη την Κωνσταντινούπολη, όμως όλοι τον χάζευαν όπως εσένα εκείνοι οι έξυπνοι που σε στέλνουν στον καθαρό αέρα και την καλύτερη κουζίνα. Πάλι μια νύχτα επαναλήφθηκε το ίδιο. Τελικά ο βασιλιάς Κώνστας βρέθηκε ξαφνικά ένα πρωί νεκρός στο κρεβάτι του.
 
Διαβάζεις την Αγία Γραφή; Εκεί έχουν ειπωθεί όλα, όλα έχουν εξηγηθεί, πώς και γιατί οι νεκροί εκδικούνται τους ζωντανούς. Διάβασε άλλη μια φορά για τον Κάιν ο οποίος λόγω της δολοφονίας του αδελφού του πουθενά και ποτέ δεν έβρισκε ειρήνη.
Διάβασε πώς το πνεύμα του προσβεβλημένου Σαμουήλ εκδικείτο τον Σαούλ. Και πώς ο καημένος ο Δαβίδ φρικτά βασανιζόταν, χρόνια και χρόνια, λόγω της δολοφονίας του Ούριε. Και ακόμα θα βρεις χιλιάδες και χιλιάδες παρόμοιες περιπτώσεις από τον Κάιν έως εσένα. Και θα καταλάβεις τι σε βασανίζει και γιατί. Θα καταλάβεις ότι ο κόσμος των δολοφονημένων είναι πιο δυνατός από τους δολοφόνους τους και εκδικείται φοβερά.
 
Πρώτα κατάλαβε αυτό και κατανόησέ το. Ύστερα κάνε ό,τι μπορείς για τα σκοτωμένα παιδιά σου.
 
Και ο ελεήμων Θεός, στον Οποίο δεν υπάρχουν νεκροί, θα σε συγχωρήσει και θα σου χαρίσει ειρήνη. Και όσο για όλα εκείνα που πρέπει να πράξεις ρώτησε την Εκκλησία. Οι ιερείς τα ξέρουν
 
Ο Θεός να σε ελεήσει
 
“Δρόμος χωρίς Θεό δεν αντέχεται.”, Ιεραποστολικές επιστολές Α’, εκδόσεις “Εν πλω”

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2015

Η κάρτα του πολίτη εισιτήριο χωρίς επιστροφή Π ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΒΛΙΑΓΚΟΦΤΗΣ


Ἡ κάρτα τοῦ πολίτη: εἰσιτήριο χωρίς ἐπιστροφή! Μοναχός Ἀρσένιος Βλιαγκόφτης στήν ἐκπομπή τοῦ Δ.Νατσιοῦ στό 4Ε (βίντεο)


Ἡ κάρτα τοῦ πολίτη: εἰσιτήριο χωρίς ἐπιστροφή!
Μοναχός Ἀρσένιος Βλιαγκόφτης
στήν ἐκπομπή τοῦ Δ.Νατσιοῦ στό 4Ε
 (βίντεο) 

http://i.ytimg.com/vi/I33jyAzf5j8/hqdefault.jpg
https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgHtxbLoVVYnrDfcDDseScYHwn-L0DL13aKQYHFfQ92-iLCgA1agezIlWGLd89ZzHccIMYbSHMcmqZlI2gNYtgzpAC7hiDnuZIHxIxvyUfRQDQ3WyEdCmhwmCawXOvLvz10hbIrbaPhEU55/s400/253453_408523129207724_1627048553_n.jpg
Ἄλλαξε ὀ Μανωλιός κι ἔβαλε τό καπελάκι του ἀλλιῶς!
ΠΑΣΟΚ τά ἴδια, Ν.Δ. τά ἴδια, ΣΥΡΙΖΑ τά ἴδια!
Στό "πνεῦμα" τῆς Νέας Ἐποχῆς ΟΛΟΙ!!!
Μέ Ἅγιον Πνεῦμα...ΚΑΝΕΝΑΣ ΤΟΥΣ!!!
Μή κοιμᾶστε οὔτε ὄρθιοι, οὔτε καθιστοί, οὔτε ξαπλωτοί εἰ δυνατόν.
Τά ἴδια σενάρια σπεύδουν νά ὑλοποιήσουν ὅλοι τους
κατ' ἐντολήν τῶν "ἰδεολογικῶν" καί "θρησκευτικῶν" χώρων πού ἀνήκουν
καί ἔχουν ὑποσχεθεῖ ὑπακοή!
Νήφετε καί προσεύχεσθε καί ἐπαγρυπνεῖτε!
"Μή πεποίθατε ἐπ' ἄρχοντας ἐπί υἱούς ἀνθρώπων 
οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία"
(Ψαλμ. 145, 3)
Ἀκολουθεῖ παλαιότερο ἀλλά ἐπίκαιρο βίντεο, μετά καί τίς τρέχουσες δηλώσεις Βαρουφάκη:





Πηγή: https://www.youtube.com/watch?v=0E_nXyF646M

Οἱ παραστάσεις μᾶς τέλειωσαν! Ποτέ πάλι στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ... ἤ ... τό ἐπικίνδυνο μονοπάτι τῶν μεταρρυθμιστῶν τῆς Θ. Λατρείας.

 



Οἱ παραστάσεις μᾶς τέλειωσαν!
Ποτέ πάλι στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ... ἤ ...
τό ἐπικίνδυνο μονοπάτι
τῶν μεταρρυθμιστῶν τῆς Θ. Λατρείας.
Πρωτοπρεσβυτέρου Ἰωάννου Φωτοπούλου


   Ὅσοι συχνάζουμε στήν ἐκκλησία μιμούμενοι τό κατά δύναμιν ὅλες τίς γενεές τῶν πρό ἡμῶν χριστιανῶν, πολιτευόμαστε «προσκαρτεροῦντες τῇ διδαχῇ τῶν ἀποστόλων [καί τῶν ἁγίων Πατέρων] καί τῇ κοινωνίᾳ καί τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου καί ταῖς προσευχαῖς»(Πράξ. β΄, 42). Εἴμαστε δοσμένοι, ἀφοσιωμένοι («προσκαρτεροῦντες») ὄχι σέ ὁποιεσδήποτε προσευχές, ἀλλά στίς προσευχές, στή λατρεία πού μᾶς παρέδωσαν οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες.
Γράφει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος : «Οἱ ἅγιοι πού τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ ἔρχονται ἀπό γενιά σέ γενιά  μετά τούς προηγουμένους ἁγίους, προσκολλῶνται σ΄αὐτούς καί ὅμοια μ΄αὐτούς ἐλλάμπονται, λαμβάνοντας κατά μέθεξιν τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι γίνονται σάν μιά χρυσῆ ἁλυσίδα.  Καθένας τους εἶναι ἕνας κρῖκος καί καθένας χωριστά μέ τόν προηγούμενό του συνδέεται μέ τήν πίστη, τά ἔργα καί τήν ἀγάπη, ὥστε νά ἀποτελοῦν μία σειρά  ἑνωμένη μέ τόν ἕνα Θεό πού δέν μπορεῖ εὔκολα νά σπάσει»[1].
Αὐτή εἶναι ἡ ζωή ἡμῶν τῶν ὀρθοδόξων. Λατρεύουμε τόν Χριστό μας, τιμοῦμε τήν Παναγία  καί τούς ἁγίους μας, ὅπως οἱ σαρκικοί καί οἱ πνευματικοί  Πατέρες μας.  Μιά ἀδιάσπαστη συνέχεια Χριστιανῶν, μιά χρυσῆ ἁλυσίδα Πατέρων, μία λατρεία παραδιδομένη ἀπό γενεά σέ γενεά σεβαστή ἀπό ὅλους.   Ἔτσι ἦσαν γιά ὅλους τά πράγματα μέχρι πρίν 50 περίπου χρόνια, ὅταν κάποιοι θεολόγοι καί κληρικοί ἀμφισβήτησαν αὐτή τή συνέχεια καί ἀποφάσισαν νά ἀρχίσουν τίς «διορθώσεις», δηλ. ἐμβαλωματικές, κακάσχημες καί κακότροπες παρεμβάσεις στό σῶμα τῆς Θείας Λατρείας.  Ἄρχισαν μέ τήν προσπάθεια καταργήσεως τῶν μυστικῶν εὐχῶν τῆς θείας λειτουργίας, τῆς ἐξωτερικῆς ἱερατικῆς ἐνδυμασίας συνέχισαν σέ προσπάθεια καταργήσεως τοῦ τέμπλου, στήν ἐπιβολή τῆς τετραφωνίας πού εἶχε ξεκινήσει ἀπό τόν 19ο αἰῶνα, ἀλλά καί προχώρησαν σέ ἄξιες καγχασμοῦ καί γέλωτος μεταφράσεις τῶν ἁγίων Γραφῶν καί τῶν λειτουργικῶν κειμένων.  Πάντοτε ὅμως ὑπάρχουν τά χειρότερα.  Ἐκθεμελίωση τῶν πάντων. Ἐκ βάθρων «ἀνανέωση».  Στό προηγούμενο ἐκκλησιαστικό καθεστώς ὑπῆρχε πρόθεση νά γραφοῦν ὕμνοι ἐκκλησιαστικοί στή δημοτική.  Νά καί ἀπόσπασμα σχετικῆς ἀνακοινώσεως πού ἀναγνώσθηκε στούς ναούς στίς 19 Σεπτεμβρίου 2004 :
«Ἴσως ἡ μελλοντική παραγωγή νέων ὕμνων σέ προσιτότερο ἰδίωμα, χωρίς νά ἀντικατασταθοῦν οἱ ἐν χρήσει σήμερα, θά μποροῦσε νά ἐπιλύσει ἐν μέρει τό πρόβλημα τοῦτο [δηλ. τῆς κατανοήσεως τῶν ψαλλομένων].  Καί ἔχουν γίνει πρός τήν κατεύθυνση αὐτή σχετικοί πειραματισμοί ἀπό ἐγκρίτους κληρικούς καί λαϊκούς χωρίς νά ἔχουν τύχει τῆς ἐπίσημης ἔγκρισης τῆς Ἱερᾶς Συνόδου
Εὐτυχῶς ἀπό τέτοιες ἀθλιότητες μᾶς γλύτωσε ὁ Θεός διά εἰδικῆς ἀποφάσεως τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας μας καί διά τῆς «ἐπιστυπτικῆς» ράβδου τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νικοπόλεως κ. Χρυσοστόμου. Μᾶς λύτρωσε ἀπό τούς πειραματισμούς τῶν εὐτελῶν μεταφράσεων τῆς Θ. Λειτουργίας, τῶν Εὐχῶν τῆς Γονυκλισίας καί τῶν Θεοφανίων καί τῶν λοιπῶν Ἀκολουθιῶν.

Τό ...ἐνοχλητικό Βυζάντιο ὑπεύθυνο γιά μιά «προδομένη ἐκκλησιολογία».

Καί ὅμως τό ὄνειρο τῆς «ἀνανεώσεως» δέν ἔπαυσε νά κάνει ἀνήσυχο τόν ὕπνο τῶν ἐκσυγχρονιστῶν τῆς θείας λατρείας. «Οὐκ ἐᾶ με καθεύδειν τό τῆς Ἱ. Παραδόσεως τρόπαιον», λένε, κατά κάποιον τρόπο.
Ἀπόδειξη τῶν ἀνωτέρω ἀποτελεῖ τό κείμενο τοῦ π. Βασιλείου Θερμοῦ «Ἡ παράσταση τελείωσε! Τοῦ χρόνου πάλι!»  πού ἀναρτήθηκε στό Amen.gr στίς 28 Ὀκτωβρίου 2014.   Πρόκειται γιά μιά «Ἱερεμιάδα» θρήνων γιά τή...χαμένη ἀθωότητα τῆς λατρείας.  Μέ ἀφορμή τήν τελεσθεῖσα λίγες μέρες πρό τοῦ δημοσιεύματος τοῦ π. Βασιλείου, τήν 23η Ὀκτωβρίου, σέ κάποιους ναούς Θ. Λειτουργία τοῦ Ἁγ. Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου ἐπιτίθεται στή σημερινή λατρεία. Στή Θ. Λειτουργία τοῦ Ἁγ. Ἰακώβου, λέει, οἱ ἐπίσκοποι λειτουργοῦν μόνο «μέ φαιλόνιο καί μίτρα, χωρίς τόν ἀνιστόρητο σάκο καί τήν ἀντιαισθητική μίτρα» καί κατά τή διάρκειά της «ἀκοῦμε ἄφθονες ἱερατικές εὐχές καί λίγα σύντομα ψαλτικά».  Ὅλα αὐτά, κατά τόν π. Βασίλειο εἶναι «συνήθεια ἀναβίωσης αὐτοῦ τοῦ ἀρχαϊκοῦ λατρευτικοῦ τύπου»[2] .
Μετά ὅμως τήν ἀπόλαυση πού ἔνιωσε μέ τήν «ἀναβίωση τοῦ ἀρχαϊκοῦ λειτουργικοῦ τύπου» μελαγχολεῖ καί θρηνεῖ γιατί πάλι, λέει, «ἀπό τήν ἑπομένη τά κεφάλια μέσα».  Ὑποφέρει ἀπό «τήν αὐτοκρατορική ἔνδυση» τῶν ἐπισκόπων, τή μυστικότητα τῶν εὐχῶν καί τά ἀργά μέλη καί ἄλλες «ἀντιλειτουργικές καί ἀντιεκκλησιαστικές συνήθειες». Τόν καταπιέζει τό ἱερό εἰκονοστάσιο, τό τέμπλο, τό ὁποῖο, ἄν καί κοσμεῖται μέ τίς ἅγιες εἰκόνες τοῦ Κυρίου, τῆς Θεοτόκου καί τῶν ἁγίων, νιώθει πώς τόν χωρίζει ἀπό τόν λαό. Τόν ἐνοχλεῖ ἡ ἔλλειψη τῆς συμψαλμωδίας- συνήθως κυριῶν πού μέ τά...φρεναρίσματά τους σοῦ τρυποῦν τ’αὐτιά καί σοῦ χαλοῦν τήν ἀπαραίτητη γιά προσευχή ἡσυχία.  Ὅλα ἐνοχλοῦν τόν π. Βασίλειο καί προσπαθεῖ μέ συνεχεῖς παρεμβάσεις του νά πείσει ὅλους τούς πιστούς ὅτι πρέπει κι αὐτοί νά ἐνοχλοῦνται!
Τήν ἀποστροφή καί τήν περιφρόνησή του πρός τήν καθιερωμένη λατρεία μας ὁ π. Βασίλειος τήν ἐπιδεικνύει διαρκῶς μέ στόχο ἴσως νά κρατᾶ τίς καινοτόμες ἰδέες του στήν ἐπικαιρότητα ἐν ἀναμονῇ καταλλήλου κλίματος πού θά εὐνοήσει τήν ἀνατροπή τῆς παραδοσιακῆς ὀρθοδόξου λατρείας.  Ὅμως τό διαφορετικό πού κομίζει μέ τό κείμενο αὐτό εἶναι ἡ μομφή ὅτι ἡ Θεία λατρεία εἶναι ὑπεύθυνη γιά «μιά προδομένη ἐκκλησιολογία». Καί προσπαθεῖ νά τεκμηριώσει τή θεωρία του αὐτή γράφοντας ὅτι «οἱ ἐν χρήσει λειτουργίες(Χρυσοστόμου, Βασιλείου)...κατά τούς ἑπόμενους αἰῶνες[μετά τόν 7ο αἰῶνα] ...ὑπέστησαν τέτοια παθήματα ὥστε μεταβλήθηκαν  τελικά (στή συνείδηση τῶν περισσοτέρων ἐννοῶ) σέ ἕνα σύνολο εὐλαβῶν πράξεων, τό ὁποῖο κάποια ἀπόμακρη σχέση μόνο διατηρεῖ μέ τό ἀρχικό  μεγαλειῶδες δημιούργημα».  Τί ἐννοεῖ μέ ὅσα λέγει ὁ π. Βασίλειος ;  Ἐννοεῖ ὅτι τελώντας σήμερα τή Θ. Λειτουργία εἴτε τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου εἴτε τοῦ Μ. Βασιλείου δέν καλλιεργοῦμε καί δέν κάνουμε συνειδητή  ἕνας ἕκαστος τήν θεόσδοτη ἰδιότητα τοῦ μέλους τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε ἔχουμε τήν αἴσθηση ὅτι ὅλοι μαζί  ἀποτελοῦμε τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.  Καί γι΄ αὐτό φταίει τό Τέμπλο, οἱ ἀρχαιοπαράδοτες μυστικές εὐχές, ἡ ἑλληνική ἐκκλησιαστική γλῶσσα, ἡ βυζαντινή μουσική σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις της ψαλλομένη ἀπό τούς χορούς τῶν ψαλτῶν, ἀκόμη καί ὁ σάκκος καί ἡ μίτρα τῶν ἀρχιερέων! Ζητεῖ λοιπόν «μιά ἐμπράγματη ἐκκλησιολογία», τήν ὁποία, φρονῶ, θά ἔβρισκε ἀκόπως σέ μιά παρασυναγωγή προτεσταντῶν  :  Ὄχι τέμπλα, ἀλλά γλῶσσα τῆς καθημερινότητος, μουσική εὔκολη, ὕμνοι ευχάριστοι πού τραγουδιοῦνται ἀπ΄ ὅλους μαζί τούς παρευρισκομένους. Ἀληθινή συμμετοχή! Στά πλαίσια αὐτῆς τῆς «ἐμπράγματης ἐκκλησιολογίας» ὁ π. Βασίλειος  ὀνειρεύεται μιά ἄλλη, καινούργια λειτουργία.

Ἀπόπειρες γιά μιά ἐπιπόλαια  σκηνοθεσία.

Θά γυρίσω ἑνάμισυ χρόνο πίσω καί στό ὄργανο κάθε προτεινόμενης ἀνατροπῆς στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας καί τής θεολογίας Της, τό περιοδικό ΣΥΝΑΞΗ. Μᾶς πείθει γιά τόν ἀνατρεπτικό του χαρακτήρα ὁ ἀνεικονικός χαρακτήρας τοῦ περιοδικοῦ. Δεῖτε καί τό κουλτουριάρικο ἐξώφυλλο τοῦ τεύχους 126 (Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2013).  Μιά ἐκκλησία παραμορφωμένη, χωρίς σταυρούς καί μέ μιά οὐρά( ;) πάνω στό καμπαναριό!
 Στό τεῦχος αὐτό ὁ π. Βασίλειος δημοσιεύει μιά ἐπαινετική βιβλιοκρισία γιά μιά καινούργια ( ! ) λειτουργία πού προτείνει ὁ κ. Χρῆστος Γιανναρᾶς καί τήν ὀνομάζει «Ἐκκλησιαστική Εὐχαριστία ὡς αἰτούμενο ἐπικαιρικῆς μεταγραφῆς»(Ἐκδόσεις Δόμος, Ἀθήνα 2012). Πρόκειται γιά ἕνα αὐθαίρετο καί συγκεχυμένο κατασκεύασμα πού ἀποτελεῖ ἀπό πλευρᾶς γλώσσας μῖγμα δημοτικῆς, καθαρεύουσας καί ἀρχαίας ἑλληνικῆς∙ ἀπό πλευρᾶς περιεχομένου μῖγμα θεολογικοῦ καί φιλοσοφικοῦ προβληματισμοῦ∙ ἀπό πλευρᾶς νοοτροπίας μῖγμα μανιακῆς πρωτοτυπίας καί ἀντορθοδόξου αὐθαιρεσίας. Πρίν ἀναφερθῶ λεπτομερέστερα σ’ αὐτή τήν...τερατουργία θά καταγράψω τίς κρίσεις τοῦ π. Βασιλείου γι’ αὐτήν:
«... ἡ προσπάθεια [αὐτή] παρουσιάζει ἐνδιαφέρον, διότι κομίζει ἕναν ″ἀέρα„ φρεσκάδας. Ὁ πονήσας δέν δίνει τήν ἐντύπωση ὅτι αἰσθάνεται ὑποχρεωμένος νά λογοδοτεῖ σέ μιά ″θεωρία σχηματισμοῦ τῆς λατρείας„ καί νά ἀναχαιτίζει  τό γοργό του βῆμα.....Προχωρεῖ ὁρμητικά καί ἐνθουσιωδῶς στήν ἑπικαιρική μεταγραφή».  Θά συμφωνήσω ἐπ’ αὐτοῦ, ἀναμφίβολα τήν χρειαζόμαστε.  Καί ὄχι μόνο στή Λατρεία».  «Τά πρωτότυπα αὐτά διαβήματα προφανῶς ἐντάσσονται στή γενικώτερη ἀνανεωτική κίνηση πού παρατηρεῖται στή Λατρεία μας».
  «Στή δομή καί στό περιεχόμενό τους διαφαίνεται ἡ λαχτάρα τοῦ συγγραφέα νά ἀναζωπυρωθῆ ἡ λατρευτική συνείδηση καί νά ὑπηρετήσει τήν ἐξυγίανση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος»
«...φρονῶ πώς οἱ ἐν λόγῳ ἀκολουθίες»- ὁ π. Β. Θερμός ἀναφέρεται καί στήν ἀκολουθία τοῦ Βαπτίσματος πού ἔχει συγγράψει ὁ κ. Γιανναρᾶς- «συνιστοῦν ἕνα μνημειῶδες βῆμα ἱστορικῆς σημασίας».
Τέλος γράφει ὅτι δέν θεωρεῖ «σκόπιμο νά τελεσθοῦν [οἱ ἀκολουθίες] ὡς ἔχουν» ἀλλά ἀποφαίνεται ὅτι «το σῶμα τῆς Ἐκκλησίας...ἔχει χρέος νά ἀγκαλιάσει ὅλες τίς ἀνανεωτικές προτάσεις πού κατά καιρούς κατατίθενται, χωρίς φόβο καί πάθος, νά τίς συζητήσει...νά τίς βελτιώσει καί νά τίς δοκιμάσει στήν πράξη...»
Ἐκ τῶν ἀνωτέρω ἀντιλαμβάνεται ὁ καθένας ὅτι ὁ π. Βασίλειος ἀντιμετωπίζει τή Θ. Λατρεία μέ τρόπο ἐπιφανειακό καί συναισθηματικό.  Ζητεὶ μιά «ἀνανέωση» τῆς Λατρείας πού θά διαπνέεται ἀπό ἕνα «ἀέρα φρεσκάδας», ὅπου οἱ ἀνανεωτές χωρίς σεβασμό σέ κανόνες καί ἱστορία θά ἐνεργοῦν «ὁρμητικά καί ἐνθουσιωδῶς», καί θά διακατέχονται ἀπό μιά «λαχτάρα γιά νά ἀναζωπυρωθῆ ἡ λατρευτική συνείδηση».
Ἡ θεία λειτουργία μετατρέπεται σύμφωνα μέ τή μονομανία τῆς «ἀνανεώσεως» σέ μιά παράσταση, ἡ ὁποία, ὑποτίθεται, σκοπεύει στό «νά ὑπηρετηθῆ ἡ ἀλήθεια καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μέ τρόπο πού προσιδιάζει στό σύγχρονο ἄνθρωπο». Γιά νά εἶναι ὅμως ἐπιτυχημένη ἡ παράσταση αὐτή ἀπαιτεῖται ἡ κατάλληλη σκηνοθεσία.  Καί ὅπως κάνει ἀκριβῶς ἕνας σωστός σκηνοθέτης ἔτσι πρέπει, σύμφωνα μέ τή λογική τοῦ π. Βασιλείου, νά κάνει καί τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.  Θά πρέπει κληρικοί καί θεολόγοι νά ἀγκαλιάζουν ὅλες τίς ἀνανεωτικές προτάσεις. Ἀνάμεσα σ’ αὐτές δέν εἶναι μόνο ἡ «στοχαστική» λειτουργία τοῦ κ. Γιανναρᾶ. Εἶναι καί ἡ ἀρχαιόπληκτη «λειτουργία» τοῦ, κατά δήλωσή του, παπα-Κώστα Μπέη πού τήν «ἔπαιξε» πρίν χρόνια στό Ἀρσάκειο. Ἐπρόκειτο γιά ἕνα ἀλλαλούμ δεήσεων καί εὐχῶν. Τό χειρότερο ἦταν ἡ παρεμβολή μέσα στήν εὐχή τῆς ἁγίας ἀναφορᾶς καί σέ ἄλλα σημεῖα ἀποσπασμάτων ἀπό τόν Ὅμηρο καί τούς προσωκρατικούς φιλοσόφους!  
Ὅλες αὐτές τίς προτάσεις, τίς «λειτουργίες» θά πρέπει, λέει ὁ π. Β. Θερμός, κληρικοί καί θεολόγοι νά τίς συζητοῦν, νά τίς βελτιώνουν καί «νά τίς δοκιμάζουν στήν πράξη» δηλ. νά τίς παίζουν  σάν θεατρικές παραστάσεις...(πῶς ἀλλιῶς θά γίνουν οἱ δοκιμές;) νά τίς κουβεντιάζουν, νά τίς κριτικάρουν, νά τίς διορθώνουν καί κάποτε νά καταλήγουν στήν καλλίτερη σκηνοθεσία!  Καί ὅλα αὐτά βέβαια στήν...καμπούρα μας.
Πρόκειται γιά τήν ἰδέα ἑνός ἀνοσίου πειραματισμοῦ, χωρίς αἴσθηση τῆς ἀξίας πού ἔχει ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Ἁγίων, χωρίς συνείδηση τοῦ περιεχομένου καί τοῦ νοήματος τῆς Θ. Λειτουργίας, χωρίς τήν παραμικρή ὑποψία γιά τά τελούμενα Φρικτά Μυστήρια καί χωρίς σεβασμό στήν εὐσέβεια καί τή θέση τῶν προσευχομένων πιστῶν. 

Ἡ ἀρχαία μορφή τῆς Λειτουργίας καί ἡ ἀτομοκεντρική ἀπόπειρα «διορθώσεώς» της.

Οἱ ἐπίδοξοι μεταρρυθμιστές τῆς ὀρθοδόξου λατρείας νομίζουν ὅτι μπορεῖ ὁ καθένας, ὅπως γίνεται στή Δύση μέ τίς μουσικές «λειτουργίες», νά συνθέτει καί μιά δική του λειτουργία κατά τήν ἔμπνευσή του. Ἐγώ πάλι νόμιζα ὅτι ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι εἴχαμε τή συνείδηση καί τήν πνευματική αἴσθηση ὅτι ἡ Θ. Λειτουργία εἶναι τό ἔργο τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ∙ τό κατ΄ ἐξοχήν ἔργο του, διά τοῦ ὁποίου ἀναφέρεται στόν Θεό καί ἀναφέρει καί ὅλη τή ζωή του μετ΄εὐχαριστίας προσδοκώντας «ὅπως Κύριος ὁ Θεός ἀντικαταπέμψῃ ἡμῖν τήν θείαν Χάριν καί τήν δωρεάν τοῦ ἁγίου Πνεύματος». Μοναδική ἔκφραση  τοῦ ἔργου αὐτοῦ εἶναι ἡ διαμορφωμένη ἀπό τό λαό τοῦ Θεοῦ Θ. Λειτουργία στίς τρεῖς ἐκδοχές της, στίς θεῖες λειτουργίες τοῦ Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, τοῦ Μ. Βασιλείου καί τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου.
Ὅτι εἶναι ἔργο τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἡ θεία Λειτουργία φαίνεται ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ πρώτη της μορφή καί ἡ ἐξέλιξή της μέχρι τήν τελική της διαμόρφωση χάνεται στά πρῶτα χριστιανικά χρόνια. Πολλές ἀπό τίς εὐχές προέρχονται ἀπό τό χέρι τῶν ἀδελφοθέου Ἰακώβου καί τῶν Μ. Βασιλείου καί Ἰω. Χρυσοστόμου, ἀλλά πολλά ἄλλα στοιχεῖα βρίσκονται στήν τελούμενη θεία λατρεία τῶν δύο πρώτων αἰώνων. Ὁ Ἱππόλυτος (170-235 μ.Χ), ἀναφέρει καί τόν αρχαιότατο διάλογο μεταξύ τοῦ Ἱερέως καί τῶν πιστῶν , ὁ ὁποῖος καί σήμερα, μετά 18 (!) αἰῶνες, μέ μικρές παραλλαγές, λαμβάνει χώρα μεταξύ τοῦ ἱερέως καί τῶν ψαλτῶν, οἱ ὁποῖοι σύμφωνα μέ τούς ἱ. Κανόνες ἐκφράζουν τό πλήρωμα τῶν πιστῶν :
«Ὁ Κύριος μεθ΄ ὑμῶν». – «Καί μετά τοῦ πνεύματός σου». – «Ἄνω τάς καρδίας». –  «Ἔχομεν πρός τόν Κύριον». – «Εὐχαριστήσωμεν τῷ Κυρίῳ». – «Ἄξιον καί δίκαιον».
Ἔτσι, δέν γνωρίζουμε μέ ἀκρίβεια ποιά ἤ ποιές ἀποστολικές ἤ ἱερατικές  γραφίδες  συνέθεσαν τό πλαίσιο ἤ τό περιεχόμενο τῆς Θ. Λειτουργίας. Γνωρίζουμε ὅμως ὅτι ἀβιάστως διαμορφώθηκε καί ἔγινε ἀποδεκτή ἡ Θ. Λειτουργία ἀπό τό λαό τοῦ Θεοῦ.  Ἐπιμέρους, τοπικές λειτουργίες σιγά-σιγά «ἠπράκτησαν» καί στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ κυριάρχησαν οἱ γνωστές μας Λειτουργίες.
Μέ τή φιλοδοξία νά συνθέσουμε μιά «καινούργια» Λειτουργία φανερώνουμε τήν ἐγωϊστική μας διάθεση.  Δείχνουμε πρός κάθε κατεύθυνση ὅτι ἔχουμε κάτι ἀνικανοποίητο. Δέν ἔχουμε ὅμως τό κουράγιο νά ρίξουμε στόν ἑαυτό μας τό βάρος γιά τίς ἐλλείψεις μας καί ταπεινά νά ζητήσουμε τό ἔλεος τοῦ Χριστοῦ. Μεταθέτουμε ὅλα τά κακά στήν παραδεδομένη ἁγία Λατρεία μας. Τήν κατηγοροῦμε ὅτι εἶναι...μπαγιάτικη, ἀφοῦ ζητοῦμε «ἀέρα φρεσκάδας»,  τήν θεωροῦμε «συντηρητική», ὅτι ἔχει ὑποστεῖ πολλά «παθήματα». Τό χειρότερο εἶναι ὅτι διαχωρίζουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό τήν ἐμπειρία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος. Τόν ἀναβιβάζουμε σέ ὑψηλότερη περιωπή, κρίνοντας καί κατακρίνοντας «ἀφ’ὑψηλοῦ» ὅ,τι κάνει καί βιώνει ὥς τώρα ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία. Μιά πλήρης προτεσταντική ἀλλοίωση τοῦ φρονήματός μας εἶναι τό ἀποτέλεσμα.  Μετά ἀρχίζει τό γενικό «ξήλωμα».  Ὄχι ράσα ὄχι τέμπλα, ὄχι ἄσκηση. Ἐξομολόγηση μέ τή βοήθεια τῆς ἀντίχριστης «ψυχοθεραπείας» κ.ἄ.
Ἡ ἑωσφορική σκέψη καί μόνο («θήσω τόν θρόνον» τοῦ ἐπηρμένου νοῦ μου «ὑπεράνω τῶν νεφῶν» τῆς προχεομένης ἀπό τήν ἁγία Λατρεία χάριτος «ἔσομαι ὅμοιος» μέ τούς ἁγίους Πατέρες Βασίλειο καί Χρυσόστομο )πού χαρακτηρίζει τούς πειραματιστές τῶν λειτουργικῶν μας πραγμάτων θά ἔπρεπε νά μᾶς ἀποτρέψει νά εἰσέλθουμε στό περιεχόμενο τῆς μοντέρνας «Λειτουργίας» τοῦ κ. Γιανναρᾶ.  Ὅμως ἀξίζει ἡ προσπάθεια νά παρουσιάσουμε κάποια στοιχεῖα τοῦ θλιβεροῦ του πονήματος γιά νά δείξουμε σέ πόσο εὐτελῆ ἀποτελέσματα ὁδηγεῖ αὐτή ἡ ἀτομοκεντρική θεώρηση τῆς Θ. Λατρείας.

Ἡ  Βασιλεία.

Ὁ κ. Γιανναρᾶς ἀρχίζει τή «Λειτουργία» του μέ τή φράση:
«Εὐλογημένη ἡ Θεαρχική Τριάδα, ὁ Πατήρ, ὁ Ὑἱός καί τό Πνεῦμα, παρουσία καί προσδοκία, τώρα καί πάντοτε ἀχρόνως».
Παραλείπει τή λέξη «Βασιλεία».  Τί εἶναι ἡ Βασιλεία; Εἶναι ἡ ἄκτιστη δόξα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Σ’αὐτή τή Δόξα, τήν Βασιλεία, μετέχουν δυνάμει καί καλοῦνται καί ἐνεργείᾳ νά μετάσχουν οἱ βαπτισμένοι όρθόδοξοι χριστιανοί τώρα καί στή μέλλουσα ζωή.  Εἴμαστε τέκνα τοῦ Θεοῦ καί γι’αὐτό κληρονόμοι Του μαζί μέ τόν Χριστό «συγκληρονόμοι»(Ρωμ. η΄, 17) ) τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.  Αὐτή ἡ τιμή, αὐτή ἡ ἀπαντοχή πρέπει νά μᾶς συνέχει, νά μᾶς χαροποιεῖ, νά μᾶς ἐνθαρρύνει στόν πνευματικό μας ἀγῶνα. Ἐξ ἄλλου σκοπός τῆς Θ. Λειτουργίας κατά τόν ἱερό Νικόλαο Καβάσιλα εἶναι ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν καί ἡ κληρονομία τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν : «Τῆς ἁγίας τελετῆς τῶν ἱερῶν μυστηρίων...τέλος...τό τούς πιστούς ἁγιασθῆναι, δι’ αὐτῶν ἁμαρτιῶν ἄφεσιν καί βασιλείας οὐρανῶν κληρονομίαν καί τά τοιαῦτα λαβόντας»[3].
Στή λέξη καί τήν πραγματικότητα πού κρύβει ἡ λέξη Βασιλεία συγκλείεται ὅλο τό νόημα τῆς ζωῆς μας.  Τί κήρυττε ὁ Τίμιος Πρόδρομος; Τί κήρυττε ὁ Κύριος; «Ἤγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν»(Ματθ. γ΄2, δ΄17). Γιατί θά πρέπει νά τή διαγράψουμε;  Ἀναφέρει καί ὁ κ. Γιανναρᾶς σέ δύο σημεῖα τῆς ἰδιόρρυθμης «λειτουργίας» του τή λέξη Βασιλεία, ἐκεῖ πού ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου οὐδέν ἀναφέρει. Π.χ. μετά τήν μετάδοση τῆς Θ. Κοινωνίας ἀντί τῆς ἐκφωνήσεως «Σῶσον ὁ Θεός τόν λαόν σου καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν σου» γράφει ο κ. Γ. : «Σῶσε ὁ Θεός τόν λαό σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου»
Ἡ ἐπιθυμία, ἡ προσδοκία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐμφανής σέ ὁλόκληρη τή Θ. Λειτουργία. α) στή Β΄ εὐχή τῶν πιστῶν : «καί τῆς ἐπουρανίου σου Βασιλείας ἀξιωθῆναι».  β)  στήν εὐχή τῆς ἁγίας Ἀναφορᾶς πρό τοῦ καθαγιασμοῦ : «ἕως οὗ εἰς τόν οὐρανόν ἀνήγαγες καί τήν  Β α σ ι λ ε ί αν  Σου ἐχαρίσω τήν μέλλουσαν».  γ) Κατά τόν καθαγιασμό ζητεῖ ὁ ἱερεύς τά Τίμια Δῶρα νά ἀποβοῦν «εἰς Β α σ ι λ ε ί α ς  οὐρανῶν πλήρωμα».  δ) Μετά τόν καθαγιασμό πρό τοῦ «Πάτερ ἡμῶν»  πρό τῆς Θείας Μεταλήψεως δέεται νά γίνει αὐτή «εἰς  Β α σ ι λ ε ί α ς  οὐρανῶν κληρονομίαν».
Θά πρέπει τάχα αὐτή τήν πρωτεύουσα θέση πού ἔχει ἡ φράση Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος  στή Θεία Λειτουργία καί στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ ὁποία ἐκφράζει ἁπλᾶ καί ἄμεσα τή θέση τῶν πιστῶν ὡς «βασιλείου ἱερατεύματος» καί διατρανώνει τά βασιλικά κληρονομικά προνόμιά τους νά τήν ἀντικαταστήσουμε μέ ἄλλη φράση πού πρέπει νά ψάχνεις, νά...στοχάζεσαι τό περιεχόμενό της;

Ἡ Θεοτόκος καί ἀειπάρθενος Μαρία.

Μέ τό ἐπίθετο «ἀειπάρθενος» κοσμεῖται ἡ Θεοτόκος γενικά, ἀλλά καί στή Θ. Λειτουργία, συχνότατα. Ὁ ὅρος αὐτός σημαίνει ὅτι ἡ Θεοτόκος καί μετά τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἔμεινε Παρθένος. Ὅπου γίνεται στή «Λειτουργία» τοῦ κ. Γ.  λόγος γιά τήν Παναγία ἐπιμελῶς ἀποφεύγεται ὁ θεολογικός της χαρακτηρισμός «ἀειπάρθενος»... Γράφει π.χ. ὁ κ. Γιανναρᾶς : «Τῆς Παναγίας μητέρας σου, Χριστέ τήν κενωτική ἀγάπη μνημονεύοντας...»(σ. 10) ἤ «Ξεχωριστά καί πρώτιστα σέ κοινωνία καί ὁμοτροπία  μέ τήν Θεοτόκο Μαρία» ἤ «Νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι ἐν σοί Θεοτόκε ἁγνή...(σ. 27) κλπ.  Νά μή θεωρηθεῖ αὐτή ἡ παράλειψη τυχαία. Ὁ κ. Γιανναρᾶς ἔχει διαφορετική πίστη ἀπό τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας·  ἀποστρέφεται ἤ τουλάχιστον ὑποτιμᾶ τήν ἀειπαρθενία τῆς Θεοτόκου.  Ἰδού τί γράφει σχετικῶς :Ὅτι ἡ λειτουργία τῆς μητρότη­τας συνιστᾶ ἀκαθαρσία βεβαιώνε­ται... καί στίς ἐπίμονες ἐπαναλήψεις τῆς ἐκκλησιαστικής ὑμνολογίας ὅτι ἡ Παναγία Θεοτό­κος ἔμεινε καί μετά τόκον Παρθέ­νος, ὅτι εἶναι ἀειπάρθενος, ὅτι ὁ τό­κος (τοκετός) οὐκ ἐλυμήνατο τάς κλεῖς τῆς Παρθένου, δέν κατέλυσε τη σωματική (ἀνατομική) της παρθενίαὉ ψυχολογικὰ ὑγιὴς Χριστιανὸς κατανοεῖ ὅτι ἡ σάρκωση-γέννηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ Πατρὸς ἀπὸ μητέρα παρθένο φανερώνει νίκη-ἐλευθερία ἀπὸ τοὺς ὅρους τῆς φύσης ..... Ὅμως δὲν καταλαβαίνει τὶ ἀκριβῶς προσθέτει σὲ αὐτὸ τὸ θαῦμα (...ὁ ἀχώρητος παντὶ νὰ χωρεῖται ἐν γαστρί)... τὶ μεγαλειωδέστερο ἐξασφαλίζει ἡ διατήρηση τῆς ἀνατομικῆς παρθενίας τῆς Θεοτόκου καὶ μετὰ τὸν τοκετό» (Ἐνάντια στή Θρησκεία σ. 200).  Ἐξ αἰτίας τῆς κακοδοξίας του αὐτῆς ὁ κ. Γιανναρᾶς στή «Λειτουργία» του διορθώνει τίς «ἐπίμονες ἐπαναλήψεις» τῆς Ἐκκλησίας (Τῆς Παναγίας ἀχράντου ὑπερευλογημένης ἐνδόξου δεσποίνης Ἡμῶν θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας...») ἀποφεύγοντας συστηματικά τήν τιμητική προσφώνηση «ἀειπάρθενος».

Ἡ ἄφεσις ἁμαρτιῶν.

Γνωρίζουμε πώς ὁ Χριστός «ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν»  γιά  νά μᾶς καθαρίσει ἀπό τόν μολυσμό «σαρκός καί πνεύματος» καί ἔτσι νά μᾶς ἐνώσει μαζί Του χορηγώντας μας Αὐτός ἡ Αὐτοζωή,  τήν αἰώνια Ζωή.  Μετά τό θεῖο Βάπτισμα, μετά τή μετάνοια καί ἐξομολόγηση ἡ ἄφεσις προσφέρεται ἐξαιρέτως μέ τή μετοχή στά Ἄχραντα Μυστήρια. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπε : «Λάβετε φάγετε τοῦτο ἐστί τό σῶμα μου...πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες τοῦτο γάρ ἐστί τό αἷμά μου τό τῆς καινῆς διαθήκης τό περί πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν».  Καί μέσα στή Θ. Λειτουργία ἀκοῦμε συνεχεῖς αἰτήσεις γιά ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας :
«Συγχώρησον ἡμῖν πᾶν πλημμέλημα ἑκούσιόν τε καί ἀκούσιον» (Εὐχή τοῦ τρισαγίου Ὕμνου). «Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ ἐλέους ζωῆς εἰρήνης...συγχωρήσεως καί ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν(μεγάλη Ἐκτενής)  «ὅπως...καθαρίσῃς ἡμῶν τάς ψυχάς καί τά σώματα ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος»(Εὐχή Β΄τῶν πιστῶν)  «καθάρισόν μου τήν ψυχήν καί τήν καρδίαν ἀπό συνειδήσεως πονηρᾶς» (Εὐχή τοῦ Χερουβικοῦ), «Συγγνώμην καί ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν πλημμελημάτων ἡμῶν» (Πληρωτικά), «προσενεγκεῖν σοι δῶρά τε καί θυσίας ὑπέρ τῶν ἡμετέρων ἁμαρτημάτων καί τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων»(Εὐχή τῆς προσκομιδῆς). Κατά τόν καθαγιασμό εὔχεται : ὥστε γενέσθαι ...εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν».  Πρό τῆς μεταλήψεως «Καταξίωσον ἡμᾶς μεταλαβεῖν εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν εἰς συγγώρησιν πλημμελημάτων».  Καί κατά τήν μετάληψιν «Μεταλαμβάνει ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν».
Ἔναντι ὅλων αὐτῶν τῶν αἰτημάτων μόνο βιαστικά καί ἐν παρόδῳ  ὁ κ. Γιανναρᾶς γράφει σέ μιά αὐτοσχέδια αἴτησή του : «Χάρισέ μας Χριστέ Ἰησοῦ, εἰρήνη, ὑγεία..συγχώρηση ἁμαρτιῶν, παθῶν, ἐλαττωμάτων...».. Πουθενά ἀλλοῦ δέν ἀναφέρει αἰτήματα γιά συγχώρηση ἁμαρτιῶν. Ἔχει διορθώσει καί τόν Χριστό!  Ἰδού : «Λάβετε, φάγετε∙ αὐτό εἶναι τό σῶμα μου, τό μελιζόμενο γιά σᾶς, δώρημα ζωῆς ἀπεριόριστης.....Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες τοῦτο ἐστι τό αἷμα μου, τό περί πολλῶν ἐκχυνόμενον, σφραγίδα διαθήκης καινῆς ἀνάμεσα στόν Πλάστη καί τά λογικά του πλάσματα»!  Ἀντί γιά ἄφεση ἁμαρτιῶν ἔχει προβάλει τή δική του φιλοσοφία : «Παράβλεψε τίς ἑκούσιες καί ἀκούσιες διολισθήσεις μας στήν ὑπαρκτική ἀποτυχία» καί «Καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης ἐγωτικῆς ἀξιώσεως». Καταλαβαίνω ὅτι σ΄ὅλους μας, κατά τό δή λεγόμενον  «πέφτουν στενά τά μανίκια».  Εἶναι γεγονός ὅτι δυσκολευόμαστε νά ἀναγνωρίσουμε τίς ἁμαρτίες μας,  ἀλλά δέν θά διορθώσουμε τό Εὐαγγέλιο μέ ἀνόητες ἀμπελοφιλοσοφίες γιά νά ἀρέσουμε στόν κόσμο πού δέν θέλει οὔτε κἄν νά ἀκούει τή λέξη «ἁμαρτία».

Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ καί ἡ προσκύνηση τοῦ Χριστοῦ.

Μέσα στό ἴδιο πνεῦμα τοῦ συσχηματισμοῦ μέ τόν κόσμο κινούμενος ὁ κ. Γιανναρᾶς «διορθώνει» τόν τιμητικό τίτλο «δοῦλος τοῦ Θεοῦ» πού ἀπονέμει  ὁ ἱερεύς σέ κάθε προσερχόμενο στή Θεία Μετάληψη.  Ἀντί λοιπόν τοῦ «Μεταλαμβάνει ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ (δεῖνα)» βάζει ὁ κ. Γ. στό στόμα τοῦ ἱερέως τά λόγια : «Μεταλαμβάνει ὁ ἠγαπημένος(ἡ ἠγαπημένη) τοῦ Θεοῦ(ὄνομα) σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ.  Ἀμήν». Καί πρός Θεοῦ!  Ὄχι «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν»!
Ὁ π. Βασίλειος Θερμός στή βιβλιοκρισία του, τήν ἀνόητη ἰδέα τοῦ «ηγαπημένου» τήν συγκαταλέγει «στά σημαντικά θετικά ἐπιτεύγματα» τοῦ κ. Γιανναρᾶ γιατί αὐτή ἡ...διόρθωση εἶναι, λέει, «ἀπόρροια μιᾶς θεολογικῆς μετακίνησης πού μετρᾶ πλέον δύο γενιές»(περ. Σύναξη τευχ. 126 σ. 104).  Δέν θέλω νά ἀσχοληθῶ μέ ἀνασκευή αὐτῆς τῆς ἀνοησίας.  Παραθέτω ἁπλῶς ἁγιογραφικά χωρία πού δείχνουν πῶς συνιστοῦν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι τόν ἑαυτό τους ἀρχίζοντας τίς ἐπιστολές τους καί καυχώμενοι γιά τόν τίτλο  «δοῦλος» : «Παῦλος, δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ, κλητός Ἀπόστολος»(Ρωμ. 1, 1) «Παῦλος καί Τιμόθεος, δοῦλοι Ἰησοῦ Χριστοῦ»(Φιλ. 1,1). «Ἰάκωβος, Θεοῦ καί Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ δοῦλος»(Ἰακ. 1,1). «Συμεών Πέτρος, δοῦλος καί ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Β΄Πέτρ α΄,1). «Ἰούδας Ἰησοῦ Χριστοῦ δοῦλος»(Ἰουδ.1). «Ἀποκάλυψις Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἥν ἔδωκεν αὐτῷ ὁ Θεός...ἀποστείλας διά τοῦ ἀγγέλου αὐτοῦ τῷ δούλῳ αὐτοῦ Ἰωάννῃ» (Ἀποκ. α΄, 1).  Ἄν νιώθουμε ὅτι εἴμαστε κάτι ...καλλίτερο ἤ ἀλλιώτικο ἀπό τούς ἀποστόλους ἴσως ἔχουμε κάποιο πρόβλημα!            
Αὐτό τό...δημοκρατικό, ἐλεύθερο πνεῦμα πού διαπνέει τήν τερατουργία τοῦ κ. Γιανναρᾶ τόν παρασύρει καί σέ ἄλλο ἀτόπημα, ἐξ ἴσου ἄξιο κλαυσίγελου. Ὄχι «Δεῦτε προσκυνήσωμεν καί προσπέσωμεν Χριστῷ». Πολύ δουλικό καί ἀναξιοπρεπές μᾶς πέφτει! Ὁ κ. Γιανναρᾶς τό «διορθώνει» ἔτσι : «Δεῦτε ἀνυμνήσωμεν καί ἀναμέλψωμεν Χριστῷ»!  Κάθε ἀναφορά σέ προσκύνηση πού ὑπάρχει στή Θ. Λειτουργία ( Π.χ. «Ὅτι πρέπει σοι πᾶσα δόξα τιμή καί προσκύνησις» (ἐκφώνηση) «...καί ὑπό πάσης ἐπουρανίου δυνάμεως προσκυνούμενος......καί τήν ὀφειλομένην σοι προσκύνησιν ...προσάγειν»[Εὐχή τοῦ Τρισαγίου Ὕμνου] παραλείπεται). Μά λησμονοῦμε ΠΟΙΟΝ προσκυνοῦμε; 

Ὁ  Τρισάγιος  Ὕμνος.

Ὁ Τρισάγιος Ὕμνος, πού ψάλλεται ἤδη στήν Ἐκκλησία ἀδιάκοπα ἀπό τούς πρώτους αἰῶνες τῆς ζωῆς της, στή «λειτουργία»τοῦ κ. Γιανναρᾶ ὑφίσταται σοβαρή κακοποίηση.  Νά ἡ μοντέρνα ἐκδοχή του : « Ἅγιος ὁ Θεός, ἅγιος φωτουργός, Ἅγιος ζωήδωρος(!), γενοῦ μεθ΄ ἡμῶν».  Αὐτό τό «ζωήδωρος» δέν τό βρῆκα πουθενά σέ λεξικό.  Εἶναι... ποιητικό δημιούργημα τοῦ κ. Γιανναρᾶ!

Οἱ Ἄγγελοι.

Δέν θά βρεῖς στή «Λειτουργία» τοῦ κ. Γ. ὅσο κι ἄν ψάξεις, τήν παρουσία καί τή συμμετοχή τῶν ἀσωμάτων, ἀγγελικῶν δυνάμεων στήν τέλεση τῆς φρικτῆς ἱερουργίας οὔτε αἴτημα γιά βοήθεια καί προστασία τῶν πιστῶν ἀπό τούς ἁγίους Ἀγγέλους. Τήν αἴτηση «Ἄγγελον εἰρηνικόν, φύλακα τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν» ἀντικαθιστᾶ ἔτσι :  «Στεῖλε τήν ἀγάπη σου φύλακα τοῦ καθενός μας, ἀσπίδα ἀποτροπῆς παντός κακοῦ...». Οἱ ἄγγελοι ἀπουσιάζουν καί κατά τήν ὥρα τῆς ἀναγνώσεως τῶν ἰδιορρύθμων εὐχῶν πρό καί κατά τόν καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων.  Δέν θά τούς συναντήσουμε οὔτε στήν ἀπόλυση πού ἔφτιαξε ὁ κ. Γιανναρᾶς.

Ἡ «Ὕπαρξη»  καί τά παράγωγά της.

Στή «λειτουργία» τοῦ κ. Γιανναρᾶ πλεονάζει ἡ λέξη «ὕπαρξη» καί ποικίλα παραγωγά της: «Ὕπαρξη», «συνύπαρξη», «ἀνυπαρξία», «ἀνύπαρκτος», «ὑπαρκτός», «ὑπαρκτικός».  
Αὐτά τά ὁποῖα γράφει στά βιβλία του, αὐτά πού λέει ὅταν μιλάει ὁ κ. Γιανναρᾶς τά ἔχει ἐντάξει σέ διάφορες «εὐχές», τίς ὁποῖες γιά νά καταλάβεις πρέπει νά μπεῖς στή στοχαστική λογική του.
Μποροῦν πολλά νά εἰπωθοῦν γιά τήν ἐκτροπή τῆς «λειτουργίας» αὐτῆς ἀπό τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἀντικατάσταση τοῦ «Ἄξιον ἐστί», τοῦ Χερουβικοῦ ἀπό τό «Σιγησάτω πᾶσα σάρξ βροτεία» κι᾿ αὐτό διαφοροποιημένο κλπ.

Ἀσεβές, ἄκομψο καί εὐσεβιστικό ἐγχείρημα.

Γενικῶς τό περιεχόμενο τῆς «λειτουργίας» τοῦ κ. Γ. ἔχει σχέση μέ τόν παρωχημένο ὑπαρξισμό, τήν θεολογία τῶν Παρισίων καί τήν ἐπιλεκτική χρήση τῶν ἁγίων Πατέρων.  Ὅλη δέ ἡ ὁρολογία, ὁ τρόπος, τό πνεῦμα πού διακατέχει τή «λειτουργία» αὐτή, εἶναι ξένα πρός τό ἦθος, τό πνεῦμα, τό λεκτικό καί τό περιεχόμενο τῆς Θείας Λειτουργίας. Καί ὅμως ὅλο αὐτό τό παράδοξο ἄν μή τι ἄλλο συνονθύλευμα ὁ π. Β. Θερμός λέει ὅτι «συνιστᾶ  μνημειῶδες βῆμα ἱστορικῆς σημασίας»!  Φαίνεται ὅτι στίς μέρες μας οἱ λέξεις καί οἱ φράσεις ἔχουν χάσει τό νόημα τους. Ἡ Θεία Λειτουργία, αὐτό τό ἀριστούργημα ποιητικοῦ λόγου, μέ τίς καλοβαλμένες ψηφίδες τοῦ ἕλληνος λόγου, πού ρέει ἀπό τό στόμα τῶν λειτουργῶν τοῦ θυσιαστηρίου  σάν ζωογόνο ποτάμι,(«ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτῶν ρεύσουσι ὕδατος ζῶντος») τό ἀπαύγασμα τῆς Θεολογίας, μέ τήν ἐκπληκτική λιτότητα καί πυκνότητα τῶν νοημάτων, τήν ἀπαράμιλλη μουσικότητα, ἀπό «ἀρχικό μεγαλειῶδες δημιούργημα» κατά τόν π. Θερμό,  μεταβλήθηκε  τελικά  «σέ ἕνα σύνολο εὐλαβῶν πράξεων».  Ἐνῷ ἡ ἄμετρη θεολογοῦσα φλυαρία τοῦ κ. Γιανναρᾶ, χωρίς ἴχνος ἐπαφῆς μέ τήν ἐκκλησιαστική πραγματικότητα καί τήν αἰσθητική εἶναι ἕνα «βῆμα μνημειῶδες» πού κάνει τομή στήν ἱστορία!  Ἄς εἶναι!
Δέν μπορῶ νά μπῶ στήν καρδιά τοῦ κ. Γιανναρᾶ καί νά κρίνω τή διάθεσή του νά προσφέρει τό καλλίτερο πού ἔχει στό σύγχρονο ἄνθρωπο. Ὅμως, θἐλοντας νά ἐξυγιάνει «τό ἐκκλησιαστικό μας φρόνημα», ὅπως γράφει ὁ π. Β. Θερμός, σίγουρα διάλεξε τόν πιό ἄστοχο τρόπο. Προσπάθησε νά μπεῖ στά ἄδυτα τῶν ἀδύτων, στόν λεπτό καί μυστικό χῶρο τῆς Θείας ἱερουργίας, ὅπου «ἐπιθυμοῦσι ἄγγελοι παρακῦψαι», ἐκεῖ πού οἱ ἅγιοι Πατέρες παρέδωσαν μόνο σέ μᾶς τούς ἱερεῖς ἔστω καί ἀναξίους, νά εἰσερχόμεθα καί  νά ἀναπέμπουμε  ὑπέρ ἡμῶν καί τοῦ λαοῦ, μετά φόβου καί τρόμου, εὐχές καί δεήσεις, τίς ὁποῖες οἱ ἴδιοι, πεπυρωμένοι ἀπό τήν ἄκτιστη δόξα τοῦ Θεοῦ, συνέταξαν. 
Παρακολουθώντας τήν ἀγωνία τοῦ π. Βασιλείου καί τοῦ κ. Γιανναρᾶ  γιά κατανόηση καί συμμετοχή,  θεωρῶ ὅτι εἶναι συνδεδεμένη μέ εὐσεβιστικές παραμέτρους.  Δέν ἐπιθυμῶ νά λυπήσω κανέναν, ἀλλά ὅλο αὐτό πού διάβασα μαζί μέ τήν κριτική του, μοῦ θυμίζουν τά παιδικά καί ἐφηβικά μου χρόνια : Τή «συμμετοχή» μας σάν παιδιῶν στή χριστιανική ζωή μέ τό «Κτίστες μπρός», τήν ἀφελῆ αὐτοσχέδια προσευχή, τήν «ὥρα εἰλικρινείας», τή συμψαλμωδία μέ τά μοτίβα τῆς χαζομουσικῆς τοῦ Σακελλαρίδη, καί τό σήκω-κάτσε μέσα στή Λειτουργία σύμφωνα μέ τό σύνθημα ἑνός ὑπευθύνου.  Τοὐλάχιστον ὅμως, καί αὐτό εἶναι σημαντικό, κανείς τότε δέν τολμοῦσε νά πειράξει τήν Θ. Λειτουργία.  Ἀλλά φαίνεται ὁ εὐσεβισμός μεταλλάχθηκε κρατώντας τή μανία γιά τό κάτι ἄλλο ἀπό τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας πού ἐθεωρεῖτο καί θεωρεῖται ξεπερασμένη καί ἀλλοιωμένη.  Καί αὐτή ἡ μετάλλαξη τοῦ εὐσεβισμοῦ σέ «ἀνανέωση» εἶναι ἐπικίνδυνη γιατί ἔχει πολύ θράσος καί ἐπιθυμεῖ νά «βάλει χέρι» στήν ἐντελέχεια, στόν πυρῆνα τῆς Ὀρθοδοξίας, τή Θεία Λατρεία.   «Ἡ νύξ προέκοψε»....

Νά φυλάξουμε ἀκαινοτόμητη τήν Ὀρθόδοξη λατρεία.

Ἐκεῖνο νομίζω πού προέχει αὐτό τόν καιρό τῆς συγχύσεως πού προκαλεῖ ἡ μεταμοντέρνα Ν. Ἐποχή τοῦ ἀποκρυφισμοῦ, τῆς ἄκρατης σαρκολατρείας καί τοῦ ἀθέου Οἰκουμενισμοῦ εἶναι ἡ ἀταλάντευτη ἐμμονή στήν Πίστη, στήν ἐν Χριστῷ ζωή καί τήν ὀρθόδοξη λατρεία, σ΄αὐτά δηλαδή πού συνέχουν καί συγκροτοῦν τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ὅσον ἀφορᾶ στή λατρεία φρονῶ ὅτι κληρικοί καί λαϊκοί α) δέν πρέπει νά μπαίνουν στή λογική νά «συζητοῦν» τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως βιώνεται διαχρονικά ἀπό τούς Ἁγίους ὡς τίς μέρες μας. β) δέν πρέπει νά συμμετέχουν σέ λειτουργικούς πειραματισμούς τῶν ἀνανεωτῶν, ἀπό περιέργεια, μοιάζοντας μέ τούς ἀρχαίους Ἀθηναίους οἱ ὁποῖοι «εἰς οὐδέν ἕτερον εὐκαίρουν ἤ λέγειν τι καί ἀκούειν καινότερον»(Πράξ. ιζ΄, 21) Οἱ Ἀθηναῖοι μέ τίποτε ἄλλο δέν ἀσχολοῦνταν, λέει ὁ Ἀπόστολος, παρά μέ τό νά λένε καί νά ἀκοῦν ὁτιδήποτε καινούργιο. Ἕνα παράδειγμα ἐπιχειρούμενης στρεβλώσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς λατρείας εἶναι ἡ τέλεση, τώρα τελευταῖα, Ἑσπερινοῦ, Ὄρθρου καί Θ. Λειτουργίας ὁποιαδήποτε ὥρα τῆς ἡμέρας. 5-7μ.μ., 6-8μ.μ., 7-9μ.μ. 8-10μ.μ. Μέ τήν ἀποδοχή αὐτῆς τῆς καινοτομίας τήν ὁποία ἀνέχονται ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι, καταστρέφουμε τόν ἡμερήσιο λατρευτικό κύκλο, δέν ξεχωρίζουμε τόν ὀρθό-ἔστω καί κατά προσέγγιση- χρόνο τελέσεως τῶν Ἀκολουθιῶν. Ὅλα γίνονται ...ἀχταρμᾶς! 
Ἡ μανία καί ἡ δίψα τοῦ ἀλλιώτικου καί τοῦ καινούργιου γιά ἕναν  χριστιανό σημαίνει, δείχνει, πώς δέν ἔχει καταλάβει ὅτι τό μόνο καινούργιο, τό μόνο πού ξεδιψᾶ καί ξανακαινουργώνει τόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ κοινωνία μέ τόν Χριστό, ὄχι μέ αὐτοσχέδιο ἐγωϊστικό τρόπο, ἀλλά μέσα στά πλαίσια τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί παραδόσεως, δηλ. μέσῳ τοῦ ἐμπειρικοῦ τρόπου πού μᾶς δίδαξαν οἱ θεοφόροι Πατέρες.

Ἐπικίνδυνο  μονοπάτι.

Οἱ ἀνανεωτές ἄνοιξαν ἕνα ἐπικίνδυνο, στρεβλό μονοπάτι καί τό βαδίζουν ἀκατάβλητοι, βέβαιοι ὅτι ἐνεργοῦν σωστά. Ἄς προσέξουν γιατί ἡ σύγχυση πού δημιουργοῦν μπορεῖ νά καταστρέψει τήν ὀρθόδοξη λατρευτική συνείδηση τῶν πιστῶν.  Καί ἄν τό ἀγνοοῦν ἄς τό καταλάβουν ὅτι ὁ στόχος τῶν κέντρων πού κατευθύνουν τή λεγόμενη «λειτουργική ἀνανέωση»  δέν εἶναι ἡ συνειδητή συμμετοχή τῶν πιστῶν στή λατρεία τοῦ Θεοῦ μέ τή βοήθεια μοναδικῶν ἐγκεκριμένων μεταφράσεων.  Εἶναι ἡ ἐπιβολή μιᾶς πλήρους λειτουργικῆς ἀναρχίας, ὅπου κάθε κληρικός μέ τούς ἀκολούθους του θά ἐνεργεῖ αὐθαιρέτως καί κατά βούλησιν. Θά συγγράφει ὁ καθένας καί θά τελεῖ κάποια λειτουργία ὅπως τοῦ ἀρέσει. Τό ἴδιο θά κάνει καί μέ τήν τέλεση τῶν λοιπῶν Μυστηρίων καί τῶν ποικίλων λατρευτικῶν πράξεων.  Βαθύτερος σκοπός τῆς «ἀνανεώσεως» εἶναι ἡ ἐπιβολή μιᾶς Βαβέλ, πού θά πλουτισθεῖ μέ τά πιό μοντέρνα καί μεταμοντέρνα μοντέλα προσευχῆς, ὥστε ἄλλες ἰδέες π.χ. τῆς οἰκολογίας, τοῦ Οἰκουμενισμοῦ... νά ἐπιβληθοῦν στίς συνειδήσεις τῶν Χριστιανῶν, ἀλλοιώνοντας τό σκοπό τῆς Θείας Λατρείας καί κατ΄ἐπέκταση τῆς Πίστεως καί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.
Ἄς προσέξουμε λοιπόν γιατί ὁ πόλεμος κατά τῆς Ὀρθοδόξου Λατρεία καλά κρατεῖ.  Καί ὅσο κρατεῖ, μά κι ὅταν παύσει ὁ πόλεμος, ἄς κρατοῦμε καλά κι᾿ ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί  ἀνόθευτη ἀπό «βέβηλες κενοφωνίες» σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις της τή λειτουργική μας Παράδοση, τρεφόμενοι καθημερινῶς ἀπό τούς ζωογόνους κεχαριτωμένους καρπούς της. 
Καί κάτι τελευταῖο, Ἡ ἀπόφασις κατά τῶν μεταφράσεων τῆς λατρείας πού ἐξέδωσε ἡ Ἱ. Σύνοδος καί ἡ στάση τοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως καί Πρεβέζης κ. Χρυσοστόμου ἔδωσαν τέλος στίς θεατρικές παραστάσεις τῶν «ἀνανεωτῶν».  Ποτέ πάλι στήν ἁγία μας Ἐκκλησία τέτοιο θέατρο ἀσεβῶν σκιῶν τῆς ἀληθινῆς λατρείας!  Καί ὅπου τυχόν παρατηροῦν ἀλλοίωση τῆς λειτουργικῆς μας παραδόσεως οἱ πιστοί ὀφείλουν νά διαμαρτύρονται. Καί νά ἀπομακρύνονται ἀπό κάθε κληρικό ἤ λαϊκό πού στρεβλώνει ἔργω ἤ λόγῳ τήν τέλεση τῆς ὀρθοδόξου λατρείας.
«Οὐκ ἐκάθισα μετά συνεδρίου ματαιότητος καί μετά παρανομούντων οὐ μή εἰσέλθω∙ ἐμίσησα ἐκκλησίαν πονηρευομένων» (Ψαλμ. κε΄, 4-5).



[1] “Ἀπό γάρ τῶν προλαβόντων ἁγίων οἱ κατά γενεάν καί γενεάν διά τῆς τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ ἐργασίας ἐρχόμενοι ἅγιοι, τούτοις κολλώμενοι, ὁμοίως ἐκείνοις ἐλλάμπονται, τήν τοῦ Θεοῦ χάριν λαμβάνοντες κατά μέθεξιν, καί ὥσπερ τις γίνονται χρυσῆ ἅλυσις, καθείς τούτων ὄντες γονάτιον ἕν ἑκάτερος τῷ προλαβόντι τῇ πίστει καί τοῖς ἔργοις καί τῇ ἀγάπῃ συνδούμενος, ὡς εἶναι μίαν αὐτούς καί γίνεσθαι σειράν ἐν ἑνί τῷ Θεῷ μή δυναμένη ταχέως διαρραγῆναι»(ΑΓΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ Ν. ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Κεφάλαια θεολογικά καί πρακτικά 4, Φιλοκαλία 19Α Συμεών Ν. Θεολόγος σ. 476)
[2] Kατά πόσον ἡ λεγομένη Θ. Λειτουργία τοῦ Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου ἀντιπροσωπεύει «ἀρχαϊκό λατρευτικό τύπο» ἤ ἀποτελεῖ ἐπιδεικτική καινοτομία τό ἐξετάζει ὁ π. Βασίλειος Σπηλιόπουλος στό ἄρθρο του «Ἡ λεγομένη Λειτουργία τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, Δούρειος ἵππος τῆς Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως»(www.orthtros.org).
[3] ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΒΑΣΙΛΑ, Εἰς τήν θείαν Λειτουργίαν, Φιλοκαλία τῶν Νηπτικῶν καί Ἀσκητικῶν 22, Πατερικές Ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμᾶς», σ. 32.


ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟ
 
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com
9    MAΡΤΙΟΥ   2015

 

Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

π.Θεόδωρος Ζήσης. Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς και Βαρλαάμ.

Κυριακὴ Β΄ Νηστειῶν: Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς π. Στυλιανός Μακρής
Ἡ δεύτερη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν εἶναι ἀφιερωμένη στὸν γίγαντα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, στὸν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, ποὺ ἀνεδείχθη ἀστέρας λαμπερὸς τῆς προσευχῆς καὶ μύστης τῆς θεώσεως, θεολόγος μέγας, ἐφάμιλλος τῶν τριῶν ἱεραρχῶν, ὁ ὁποῖος μὲ τοὺς ἀγῶνες του ὑπὲρ τῆς ἀληθείας, διεφύλαξε τὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα ἀπὸ τοὺς λατινόφρονες καὶ τοὺς ἠθικολόγους αἱρετικοὺς φιλοσόφους τοῦ δεκάτου τετάρτου αἰῶνος.
Ἐπειδὴ ἴσως ὁ ἅγιος εἶναι ἄγνωστος σὲ πολλούς, θὰ ἀναφέρουμε σύντομα κάποια στοιχεῖα ἀπὸ τὸ βίο καὶ τὴ θεολογία του.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ εὐσεβεστάτους καὶ ἁγίους γονεῖς. Ὑπῆρξε τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ ἕξι παιδιὰ τῆς οἰκογενείας, τῆς ὁποίας τὴν ἁγιότητα προσφάτως ἀνεγνώρισε τὸ Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο. Ἔλαβε σπουδαῖα μόρφωση, σὲ σημεῖο ὥστε οἱ αὐτοκράτορες ἐπιθυμοῦσαν νὰ τὸν προωθήσουν σὲ ἀνώτατα πολιτικὰ ἀξιώματα. Ὅμως ἐκεῖνος ἐπιθυμοῦσε τὴ μοναχικὴ ζωή, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἀνώτερη φιλοσοφικὴ ὁδός, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀληθινὴ γνώση, τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ. Ἀσκήτευσε στὴν περιοχὴ τῆς Θράκης, στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀλλὰ καὶ στὴ Βέροια γιὰ μία πενταετία μαζὶ μὲ τὶς δύο ἀδελφὲς καὶ τοὺς δύο ἀδελφούς του. Μετὰ ἀπὸ πολλοὺς ἀγῶνες σὲ συνόδους, ταλαιπωρίες, ἄδικες φυλακίσεις, ἐκλέχθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης.
Ἑκατομμύρια σελίδες κι ἂν γραφτοῦν γιὰ τὸν ἅγιο, θὰ εἶναι πράγματι λίγες, γιὰ νὰ ἀποδώσουν τὸ μέγεθος τῆς ἁγιότητός του καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς θεολογίας του. Ἐντούτοις θὰ περιοριστοῦμε νὰ ἀναφέρουμε ἐπιγραμματικὰ τὴν πεμπτουσία ἀπὸ ὅσα βίωσε καὶ ἔγραψε.
Ἡ θεολογία τοῦ ἁγίου συνίσταται στὴ δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νὰ μετάσχῃστὴ θεωτικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Σκοπὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι νὰ γίνῃ καλὸς ἄνθρωπος ἢ νὰ πλησιάσῃ τὸν Θεὸ μὲ τὴν μόρφωση καὶ τὴν φιλοσοφία, ἀλλὰ μὲ τὴν οἰκείωση τῆς θείας χάριτος, τὴν ὁποία ἐνορᾶ ὡς φῶς ἄκτιστο, θεϊκό, ὄχι ὑλικό, ὅπως τὸ φῶς τοῦ ἡλίου, ἀφοῦ πρωτίστως καθαρθῇ ἀπὸ τὰ ψυχικὰ καὶ πνευματικὰ πάθη διὰ τῆς προσευχῆς, τῆς ἐγκρατείας καὶ γενικῶς διὰ τῆς ἀσκήσεως. Τὸ ἄκτιστο φῶς εἶναι τὸ φῶς τῆς Μεταμορφώσεως καὶ Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτὸ καὶ μέσα σὲ τοῦτο τὸ φῶς ὁ ἄνθρωπος μεταμορφώνεται καὶ γίνεται ἕνα μὲ τὸν ἀναστάντα Χριστό. Γίνεται κατὰ χάριν θεός καὶ λάμπει στὸ πνευματικὸ στερέωμα.
       Σίγουρη, ἂν καὶ ὄχι μοναδική, μέθοδος γιὰ νὰ δῇ ὁ ἄνθρωπος τὸ ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ διὰ τῆς ἡσυχίας συνεχὴς προσευχὴ καὶ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ, τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με, τὸν ἁμαρτωλόν», σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴ συμμετοχὴ στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἔργο ποὺ δὲν περιορίζεται στοὺς ἀσκητὲς καὶ μοναχούς, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ ἐπεκτείνεται στὴν καθημερινὴ ζωὴ τῶν λαϊκῶν ἀνὰ πᾶσα στιγμή.
Μὲ τὴ θεολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, καθὼς καὶ τοῦ ὑποστηρικτοῦ, βιογράφου καὶ ὑμνογράφου του, τοῦ ἁγίου Φιλοθέου Κοκκίνου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, λύνεται καὶ ἡ μεγάλη λατινικὴ πλάνη τοῦ φιλιόκβε. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα, ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ πέμπεται καὶ ἀπὸ τὸν Υἱό, ὅπως φυσικὰ καὶ ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι ἡ ἄκτιστη τριαδικὴ ἐνέργεια, ἡ ὁποία, ἐπειδὴ ἐνίοτε καλεῖται καὶ «Πνεῦμα», ἔχει γίνει ἀντικείμενο παρανόησης ἀπὸ τοὺς θεολόγους τῆς αἱρετικῆς παπικῆς ἐκκλησίας. Οἱ ἅγιοί μας ξεκαθάρισαν τὸ αὐτονόητο, ἀλλὰ τόσο δυσνόητο ἀπὸ τοὺς πλανεμένους λατίνους καὶ λατινόφρονες τῆς ἐποχῆς τους, ὅτι δηλαδὴ ὁ Χριστός, ὅταν λέγῃ «λάβετε Πνεῦμα Ἅγιο», δὲν μεταδίδῃ οὔτε τὴν οὐσία, οὔτε τὴν ὑπόσταση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διότι ὄχι μόνον ἡ ἄκτιστη οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀκοινώνητη ἀπὸ τὰ κτιστὰ ὄντα, ἀλλὰ καὶ οἱ ὑποστάσεις ἀκόμη καὶ μέσα στὴν τριαδικὴ κοινωνία. Ὁ κτιστὸς ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γίνῃ κοινωνὸς μονάχα τῆς θείας ἐνέργειας, τῆς θείας χάριτος, ποὺ δημιουργεῖ, ζωοποιεῖ, λογοποιεῖ, μεταμορφώνει καὶ θεώνει τὰ κτιστὰ λογικὰ ὄντα.
Ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Γρηγορίου κανονικὰ τελεῖται στὶς 14 Νοεμβρίου. Ἡ Ἐκκλησία μας ὅμως μὲ τὴν σημερινὴ ἡμέρα ἐπιθυμεῖ νὰ μᾶς ὑπενθυμίσῃ τοὺς ἀγῶνες τοῦ μεγάλου ἁγίου γιὰ τὴν διαφύλαξη τῆς ὀρθοπραξίας μέσα ἀπὸ μία πορεία ποὺ ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν κάθαρση τῶν παθῶν μας, διέρχεται μέσα ἀπὸ τὸν φωτισμὸ καὶ στοχεύει στὴν θέωση, τὴν ὁμοίωσή μας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν σαρκωθέντα Θεό.
Ἂς ἐπικαλούμαστε τὸν θαυματουργὸ αὐτὸ ἅγιο τῆς οἰκουμενικῆς καὶ τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, ζητῶντας νὰ πρεσβεύῃ στὸν Κύριο γιὰ τὴν κάθαρση, τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν σωτηρία μας.

Ησυχασμός

 



Ησυχασμός
Καθηγητή ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ I.ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗ Θεολογικής Σχολής / Α.Π.Θ.
Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
ΣΤΟΝ ΗΣΥΧΑΣΜΟ. ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ
ΤΗΣ ΕΝ ΑΓΙΩ ΠΝΕΥΜΑΤΙ ΖΩΗΣ
     Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς με το συγγραφικό έργο του ανύψωσε θεολογικά το βαθύτερο εσωτερικό περιεχόμενο της ησυχαστικής και με τους επίπονους και επίμονους εκκλησιαστικούς αγώνες του συνέβαλε αποφασιστικά στην συνοδική κατοχύρωση της διδασκαλίας του Ησυχασμού. Στην προσπάθειά του να διασφαλίσει το υψηλό θεολογικό χαρακτήρα της ησυχίας ανέπτυξε βαθύτατη δογματική διδασκαλία γύρω από την ταυτότητα και την σωτηριολογική λειτουργία της θείας Χάριτος. Έτσι όμως ανέδειξε ταυτόχρονα και τις θεολογικές προϋποθέσεις της εν Αγίω Πνεύματι ζωής ησυχαστών, οι οποίες συνίστανται στις σταθερές και απλανείς παραμέτρους της θεοφάνειας και της θεοπτίας. Ο ακαταμάχητος υπέρμαχος του Ησυχασμού εξέφρασε αλάθητα την Εκκλησία υποστηρίζοντας ότι η υπαρξιακή βίωση της θεοπτίας, ως βιωματική εμπειρία της θεοποιού ενέργειας του Αγίου Πνεύματος, νοηματοδοτεί κατεξοχήν θεολογικά την ησυχαστική ζωή, η οποία κορυφώνεται στην πλήρη ένωση του ανθρώπου με τον Θεό και στην χαρισματική θέωση του ανθρώπου, που συνιστά και την ύψιστη μορφή της εν Αγίω Πνεύματι ζωής των πιστών.

1.Χαρακτήρας της ησυχαστικής ζωής
     Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μελέτησε την Ασκητική Γραμματεία κοντά σε αγίους ησυχαστές, οι οποίοι διδάχτηκαν τον Ησυχασμό όχι μόνο από την θεία Χάρη αλλά και από την προσωπική ασκητική πείρα τους. Από τους έγκριτους αυτούς διδασκάλους1 της εν Αγίω Πνεύματι ζωής διδάχτηκε την ιερά νήψη και την νερά προσευχή. Κατεξοχήν όμως διδάσκαλος του υπήρξε ο προσωπικός κόπος του και η μέσω των κόπων εμπειρία2.Γνώρισε και ο ίδιος εμπειρικά την ησυχαστική ζωή. Έτσι όταν κλήθηκε να υπερασπιστεί τον ησυχασμό, είχε ήδη αφομοιώσει με γόνιμο και δημιουργικό τρόπο σύνολη την Πατερική Παράδοση, οπότε επέδειξε απαράμιλλη αγωνιστικότητα, θεολογική εμβρίθεια και αγιοπνευματική εμπειρία, που αποτυπώθηκαν κυρίως στο συγγραφικό έργο του: «Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων», και συνοπτικώς στον «Αγιορειτικό Τόμο».
     Τι είναι όμως συγκεκριμένα η ησυχία και ο Ησυχασμός καθεαυτόν;
      Ως ασκητικός όρος, η «ησυχία» έχει κατεξοχήν υπαρξιακό και βιωματικό περιεχόμενο. Σημαίνει την ειρήνη του έσω ανθρώπου, που εγκαθίσταται σ' αυτόν, όταν ο άνθρωπος δει, σιχαθεί και αφαιρέσει το «ειδεχθές προσωπείον» (την απαίσια μάσκα) του, που συστάθηκε από την περιπλάνηση του νου3. Η ησυχία συνδέεται άρρηκτα με την νήψη του νου, την πνευματική εγρήγορση, και την βιωματική εμπειρία όλων εκείνων των καταστάσεων, που πραγματώνονται στη νήψη κατά πνευματικό και ανέκφραστο τρόπο4.
     Κατά συνέπεια, έργο του ησυχαστή είναι «η φυλακή της καρδίας» με την αγαπητική τήρηση των εντολών, την πνευματική καθαρότητα και την μυστηριακή ζωή. Με την τήρηση των εντολών αποβάλλει ο ησυχαστής τον νόμο της αμαρτίας και εισάγει στον εαυτό του την εποπτεία του νου. Οι αισθήσεις του ελέγχονται με την εγκράτεια, ενώ το παθητικό της ψυχής κυριαρχείται από την αγάπη και το λογιστικό από την νήψη5. Ο ησυχαστικός βίος παρέχει την λειτουργική δυνατότητα στην θεία Χάρη να «επισκευάσει»τον έσω άνθρωπο και να τον διαμορφώσει προς το πρωτότυπο, παρέχοντάς του «ανθισμένο» το αρχαίο και απερίγραπτο κάλλος του6.
     Ο ησυχαστής ζη χωρίς μέριμνες, απαλλαγμένος, κατά το δυνατόν, από κάθε σχέση περισπάσεως. Με την αδιάλειπτη προσευχή ενώνει το νου του με τον Θεό και συγκεντρούμενος εξολοκλήρου στον εαυτό του βρίσκει νέα και απόρρητη άνοδο προς τον ουρανό. Εκεί προσηλώνοντας το νου του, γεύεται ανέκφραστη ηδονή, βιώνει τέλεια και γλυκύτατη γαλήνη, πραγματική ησυχία και αφθεγξία. Και έτσι, αφού παραδοθεί στον Θεό, βλέπει την δόξα του Θεού και εποπτεύει το θείο φως7.
     Ο απώτερος σκοπός της ησυχαστικής ζωής είναι να γίνει ο άνθρωπος ένα με την Τρισυπόστατη Μονάδα - σύμφωνα με την αρεχιερατική προσευχή του Χριστού και με την συνεργία του - όπως δηλαδή εκείνος ήρθε σε κοινωνία και ενότητα με την ανθρώπινη φύση, χωρίς να απομακρυνθεί από την δική του Τριαδική Μονάδα8.
     Για τους παραπάνω λόγους, η ησυχαστική ζωή αξιολογείται από τον θεολόγο της ησυχίας και του φωτός της Χάριτος ως η υψηλότερη μορφή του ασκητικού βίου9, ενώ ο Ησυχασμός ως το ακριβέστερο τμήμα της Εκκλησίας10, αφού στο πλαίσιό του βιώνεται κατεξοχήν η κορυφαία πνευματική εμπειρία του άκτιστου φωτός, ως θεοπτία.
2.Έλλαμψη της θεοποιού χάριτος - Θεοφάνεια και θεοπτία
     Ο Χριστός κατά την ιστορική παρουσία του στη γη φανέρωσε στους επίλεκτους των μαθητών του την άκτιστη θεότητα του με την μεταμόρφωσή του στο Θαβώρ. Κατά την θεολογική αποτίμηση του αγίου Γρηγορίου Παλαμά, οι μαθητές είδαν εκεί «την ουσιώδη ευπρέπεια του Θεού...την υπέρφωτη λαμπρότητα του αρχέτυπου κάλλους, το άμορφο είδος της θεϊκής ωραιότητας...είδαν αυτό το υπέρ νουν απρόσιτο φως ...είδαν την χάρη του Αγίου Πνεύματος, την οποία έπειτα έλαβαν και κατοίκησε μέσα τους»11.
     Η χάρη του Θεού είναι ο αρραβώνας της κληρονομιάς των αγίων, το Πνεύμα της υιοθεσίας12, και η επαγγελία του Πνεύματος, την οποία έλαβε από τον Πατέρα ο Υιός και χάρισε στους πιστούς του. Είναι το Πνεύμα του Χριστού, το Πνεύμα του Θεού, το Πνεύμα το Άγιο13.
     Την θεία Χάρη λαμβάνει ο πιστός στο άγιο βάπτισμα, και ειδικότερα κατά το μυστήριο του ιερού Χρίσματος, οπότε καθίσταται χαρισματικό γένος της, αφού από αυτήν γεννήθηκε κατά το θείο λουτρό και έτσι απέκτησε το αρχαίο κάλλος14. Στο εξής η άκτιστη Χάρη ενυπάρχει αδιαλείπτως στον πιστό και τον οικονομεί σωτηριολογικώς κατά ποικίλλους τρόπους, ενώ το θείο φως της λάμπει σ' αυτόν άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο15.
     Το φως αυτό γίνεται θεατό πνευματικά με την νοερά αίσθηση και αποτελεί την αχώριστη δόξα και λαμπρότητα της θείας φύσεως16.
     Αποτελεί όμως και την στολή της ψυχής του πιστού, αφού επαναφέρει σ' αυτήν το αρχαίο και υπέρτατο κάλλος, αλλά ταυτόχρονα συνιστά και την αληθινή τροφή τόσο των αγγέλων όσο και των δικαίων17.
     Δεν έχει δική του υπόσταση18, γι' αυτό και λέγεται «ενυπόστατο» και όχι ευθυπόστατο19. Έτσι, εύλογα γίνεται λόγος για έλλαμψη υποστατικού φωτός στις ψυχές των πιστών20, που ενεργεί σ' αυτές δίχως να χωρίζεται από το Άγιο Πνεύμα21.
     Ως άκτιστη δόξα του Θεού, προαιώνια και ατελεύτητη, το θείο φως δεν είναι αισθητό22, αλλά νοητό23, και νοερό η καλύτερα πνευματικό, που προσεγγίζεται πνευματικώς και οράται πνευματικώς24. Είναι άϋλη θεία έλλαμψη και Χάρη, που «οράται κατά αόρατο τρόπο και κατανοείται κατά ακατανόητο τρόπο»25. Είναι «φυσική ακτίνα της θεότητος»26, και «θεότητα που φανερώθηκε στους μαθητές πάνω στο όρος»,κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο27.
     Η θεία έλλαμψη προϋποθέτει για την θέα της την καθαρότητα της καρδιάς και αξιολογικώς βρίσκεται πάνω από λόγο για τον Θεό και πάνω από την λογική. Βέβαια, η θεία έλλαμψη παρέχει γνώση του Θεού, αλλά αυτή η νόηση και η γνώση χορηγείται στο νου από το Άγιο Πνεύμα. Αν λοιπόν μερικές φορές αυτή η θεία έλλαμψη ονομάζεται γνώση και νόηση, θα πρέπει να νοηματοδοτείται διαφορετικά, επειδή εννοείται άλλο είδος νοήσεως, πνευματικό28.
     Ο φιλόσοφος αντιησυχαστής, Βαρλαάμ νόμιζε, ότι φέρνει τον Θεό μέσα του καθένας που έχει την γνώση των όντων, η βλέπει μέσω αυτής της γνώσεως. Στην πραγματικότητα όμως, λέει ο Παλαμάς, ο άνθρωπος αυτός έχει μέσα του την γνώση των κτισμάτων και μέσω της γνώσεως αυτής στοχάζεται τον Θεό, ανάγεται δηλαδή αφαιρετικώς στο Θεό και εκφράζεται στοχαστικώς γι' αυτόν. Η θεώρηση αυτή του Θεού δεν αποτελεί γνώση του Θεού καθεαυτήν. Αλλά εκείνος, που έχει μέσα του το θείο φως ενεργό, βλέπει κατά ανέκφραστο τρόπο και εκφράζεται όχι πιθανολογώντας για τον Θεό, αλλά έχοντας αληθινή θέα και βιωματική εμπειρία του. Αυτός γνωρίζει αληθινά και έχει μέσα του τον Θεό, γιατί ο Θεός δεν χωρίζεται ποτέ από την αΐδια δόξα του. Ο πιο αξιόπιστος, που μπορεί να μας πληροφορήσει ποιες είναι οι προϋποθέσεις για να αποκτήσουμε και να βλέπουμε το θείο φως, είναι εκείνο το θείο πρόσωπο, που προσέλαβε τη φύση μας και μετάδωσε σ' αυτήν την δόξα της φύσεώς του. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι η τήρηση των θείων εντολών, γιατί ο Χριστός υποσχέθηκε την εμφάνισή του σε όποιον τις τηρεί. Την εμφάνιση αυτή ονόμασε ο Χριστός διαμονή του εαυτού του και του Πατέρα του σ' αυτόν, λέγοντας: «εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει και ο πατήρ αγαπήσει αυτόν και ελευσόμεθα προς αυτόν και μονήν παρ' αυτώ ποιησόμεθα»29, και «εμφανίσω αυτώ εμαυτόν»30. Εδώ, κατά τον Παλαμά, πρόκειται για την Χάρη και ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, δια της οποίας επιφαίνεται και ενοικεί ο Θεός στους αξίους31.Η ενοίκηση του Υιού με τον Πατέρα ερμηνεύεται ως μέθεξη της θεοποιού Χάριτος και ενεργείας32, ενώ σε άλλη συνάφεια ταυτίζει ο Παλαμάς την έλευση του Χριστού, την παραμονή και εμφάνισή του μαζί με τον Πατέρα, με την άνοδο μας προς αυτόν δι' αποκαλύψεως, θεωρώντας την ως υπερουράνια ανάβαση και αρπαγή33.
     Η γνώση του Θεού, που παρέχει η θέα του φωτός, είναι πάνω από κάθε άλλη γνώση, επειδή δεν υπάρχει κάτι μεγαλύτερο από την παραμονή και φανέρωση του Θεού μέσα μας, ούτε ίσο ούτε παραπλήσιο. Έτσι, εμείς γνωρίζουμε ότι η τήρηση των εντολών παρέχει αληθινή γνώση, γιατί με αυτήν μόνο εξασφαλίζεται η υγεία της ψυχής. Υγεία της ψυχής δεν μπορεί να υπάρξει, όταν ασθενεί το γνωστικό της ψυχής. Η τήρηση των εντολών παρέχει όχι μόνο γνώση του Θεού, αλλά και χαρισματική θέωση, στην οποία οδηγούμαστε, ενόσω βλέπουμε μέσα μας εν Πνεύματι την δόξα του Θεού. Και αυτό γίνεται, όταν ο Θεός ευδοκήσει να μας ανυψώσει προς τα πνευματικά μυστήρια34.
     Αν η γνώση των θείων Γραφών είναι ασφαλής και βεβαία κατά τον απόστολο Πέτρο, κατά τον ίδιο απόστολο αυτή η γνώση αποτελεί φως λυχναριού, που φέγγει σε σκοτεινό τόπο, μέχρις ότου γλυκοχαράξει η ημέρα, όπως χάραξε διαυγώς στο Θαβώρ, και ανατείλει ο φωσφόρος στις καρδιές, ο Χριστός. Τόσο πολύ δηλαδή διαφέρει η γνώση των θείων Γραφών από το φως της γνώσεως, που πηγάζει από την μυστική θεωρία. Είναι το φως που λάμπει κατά το μεσουράνημα του ήλιου το μεσημέρι35.

3.Προϋποθέσεις της θεοπτίας.
     Άλλο είναι η έλλαμψη της θείας Χάριτος, άλλο η διαρκής θέα του φωτός, και άλλο θέα των πραγμάτων στο φως, οπότε και τα μακρινά είναι μπροστά στα μάτια και τα μελλοντικά παρουσιάζονται ως παρόντα. Αλλά και εδώ υπάρχουν διαβαθμίσεις, που συνδέονται με την πνευματική πρόοδο. Αυτή η πρόοδος θα συνεχίζεται επάπειρον36, και συναρτάται με την χωρητικότητα της θείας ελλάμψεως στον πιστό. Η θέα της θείας δόξας είναι πάντοτε ανάλογη με την δεκτικότητα του ορώντος37. Στους αρχάριους λ.χ. το φως αυτό λάμπει αμυδρότερα και όχι συνεχώς, ενώ στους τελείους, εκτός από την υπεραφθονία του φωτός γίνεται και προσθήκη ταπεινώσεως, διαφορετική στο είδος από την ταπείνωση των αρχαρίων38. Η ταπείνωση οδηγεί στο πένθος αυξάνει την κάθαρση της καρδιάς, πράγμα που σημαίνει δεκτικότητα για περισσότερη έλλαμψη39.
     Η ασφαλής πληροφόρηση για τον τρόπο θέας του φωτός της Χάριτος γίνεται από εκείνους που το βλέπουν, γίνεται «παρά των ορώντων»40, απ' όσους το γνώρισαν εμπειρικώς. Εκείνους δηλαδή, που με την κακοπάθεια της ασκήσεως και την ταπεινή προσευχή απέκτησαν τον αγιασμό, χωρίς τον οποίο κανείς δεν θα δει τον Κύριο, κατά τον Απόστολο Παύλο41. Ο αγιασμός προϋποθέτει την κάθαρση της καρδιάς δια της τηρήσεως των εντολών και της συνεχούς απασχολήσεως του νου με την γνήσια και άϋλη προσευχή, και ιδιαίτερα δια της εντολής της αγάπης. Έτσι, ο Θεός οράται απ' όσους έχουν καθαρθεί με την αγάπη42.Αυτοί είναι «οι δια καθαρότητος πνευματικώς ορώντες»43, όσοι δηλαδή έχουν καθαριστεί από τα πάθη και την άγνοια. Αυτοί με το νου, που έχει καθαρθεί και φωτισθεί και μετέχει σαφώς στη Χάρη του Θεού, καθίστανται κοινωνοί μυστικών, υπερφυσικών, θεαμάτων. Παράλληλα, βλέπουν και την λαμπρότητα, με την οποία έχει πλουτιστεί ο νους τους από την Χάρη του Θεού, και η οποία ενισχύει την δύναμη του νου να υπερβαίνει τον εαυτό του και να ολοκληρώνει την ένωση του με τα υπέρ έννοια. Με αυτή τη λαμπρότητα βλέπει ο νους εν Πνεύματι τον Θεό44. Με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος αποκτά την πνευματική εμπειρία να ακούει τα ανήκουστα και να βλέπει τα αθέατα45. Όχι μόνο το ορώμενο θείο φως, αλλά και η ορώσα δύναμη, με την οποία βλέπει ο νους, είναι πνευματική δύναμη, που βρίσκεται ασυγκρίτως υψηλότερα από τις κτιστές γνωστικές δυνάμεις. Και η δύναμη αυτή παρέχεται από την θεία Χάρη46.
     Η θέα του θείου φωτός γίνεται απ' όσους έχουν πνευματικούς οφθαλμούς και νουν Χριστού, με τους οποίους βλέπουν το αόρατο και νοούν το ακατανόητο47. Ο νους του πιστού βλέπει με καθαρότητα τα πνευματικά, όταν γίνει ένα Πνεύμα με τον Κύριο48. Τότε γνωρίζει και τα του Θεού, επειδή μόνο το Πνεύμα του Θεού γνωρίζει τα του Θεού49. Έτσι, το θείο φως γίνεται ορατό με την μεταμόρφωση των αισθήσεων, γι' αυτό και παραμένει αθέατο από τους άλλους ανθρώπους κατά την χαρισματική φανέρωσή του50.
     Άλλωστε, η θεία Χάρη προσκτάται στους αγίους ως υπερφυσική και θεία μετοχή κατά ανάλογο τρόπο, που προσκτάται από τους επιστήμονες η επιστήμη, η οποία ενώ είναι πάντοτε παρούσα σ' αυτούς, εκδηλώνεται ενεργώς όταν χρειάζεται51. Ως ενέργεια του Αγίου Πνεύματος στην καθαρή ψυχή, εμφανίζεται όπως η δύναμη της οράσεως στον υγιή οφθαλμό52 κα γίνεται ένα με τον όλο άνθρωπο, όπως είναι η ενότητα των μελών του σώματος και η ενότητα της ψυχής προς το σώμα53.
     Το θείο φως οράται διά του ιδίου φωτός54, με όραση ενεργούμενη από το Άγιο Πνεύμα55. Πως όμως γίνεται αυτό ακριβώς; Στην πραγματικότητα, ο τρόπος, με τον οποίο οράται ο αόρατος Θεός, είναι ανέκφραστος. Ο Απόστολος Παύλος, στον οποίο παραπέμπει ο Παλαμάς, θα μας πει ότι αυτό δεν γίνεται «εν διδακτοίς ανθρωπίνοις σοφίας λόγοις, αλλ' εν διδακτοίς Πνεύματος αγίου»56. Ο υπέρμαχος του Ησυχασμού προχωρεί σε πολύ ενδιαφέρουσες διευκρινίσεις. Ο άϋλος νους, λέει, ατενίζοντας προς το πρώτο - το ανώτατο και αληθινό φως - τον Θεό, χωρίς επιστροφή, με την άϋλη, αδιάλειπτη κα καθαρή προσευχή, και έχοντας μετασκευαστεί ήδη προς το αγγελικό αξίωμα, αφού καταληφθεί από το ίδιο το πρώτο φως, φαίνεται και ο ίδιος κατά μέθεξη όπως είναι και το αρχέτυπο κατά την αιτία. Τότε ακτινοβολεί έχοντας την ωραιότητα του μυστικού κάλλους, την λαμπρότητα και την απρόσιτη ακτινοβολία57. Με αυτόν τον τρόπο το φως αυτό, που είναι ο Θεός, λαμπρύνει τους μετόχους του χαρισματικώς δια της ενώσεώς τους με αυτό, κατά ανέκφραστο τρόπο58. Βλέποντας οι θεούμενοι στον εαυτό τους το άκτιστο φως, βλέπουν το ένδυμα της θεώσεώς τους, την οποία τους υποσχέθηκε ο Χριστός στην αρχιερατική προσευχή του, σύμφωνα με την οποία θέλησε να είναι και αυτοί μαζί του για να βλέπουν την δόξα του59.

4.Χαρισματική θέωση - Αγιοπνευματική ζωή
     Είναι σημαντικό γεγονός, ότι ο Παλαμάς δεν θέλησε να γράψει τίποτε για την θέωση του ανθρώπου. Όταν όμως προσκλήθηκε από τους αντιπάλους του, αναγκάστηκε να αναφερθεί σ' αυτήν με λίγα ευσεβή λόγια - ανεπαρκή κατά την δήλωσή του60 - υπογραμμίζοντας σ' αυτά, ότι η εμπειρία της θεώσεως βιώνεται ως αρραβώνας κατά την ιστορική παρουσία των αγίων στη γη61.
     Το φως της μεταμορφώσεως στο Θαβώρ, αλλά και αυτό που βλέπουν οι άγιοι στην παρούσα ζωή, τοποθετείται αξιολογικώς από τον Παλαμά στην ίδια βαθμίδα με το φως της μέλλουσας Δεύτερης Παρουσίας του Χριστού. Είναι το ίδιο φως, που θα περιλάμπει συνεχώς τους αξίους κατά την μέλλουσα ζωή. Είναι το προοίμιο της δόξας του Θεού62. Αυτό είναι το φως του μέλλοντα αιώνα, το οποίο θα είναι ορατό με τους οφθαλμούς της καρδιάς63. Είναι το φως που βλέπουν μέσα τους οι άγιοι, η δόξα της θείας φύσεως 64, αυτή η άϋλη θεότητα του Πατέρα και του Πνεύματος, που απαστράπτει στο πρόσωπο του Μονογενούς Υιού κατά την μεταμόρφωσή του65. Κατά συνέπεια, είναι προφανές ότι η φωτοφάνεια αποτελεί την φανέρωση του Θεού στους αξίους του, ενώ τη μετοχή σ' αυτήν την θεοφάνεια συνιστά την θεοπτία. Θεοφάνεια και θεοπτία αποτελούν τις απλανείς θεολογικές προϋποθέσεις της εν Αγίω Πνεύματι ζωής, η οποία ταυτίζεται με την χαρισματική θέωση του ανθρώπου.
     Όσοι καταξιώνονται να βλέπουν αυτήν την θεοφάνεια γίνονται και μέτοχοι σ' αυτό το θεουργό φως66, το οποίο ως θεότητα, που είναι, τους θεοποιεί χαρισματικώς67. Αυτό το θείο φως, η λαμπρότητα του Θεού, είναι κατά τον Παλαμά η θέωση. Δεν υπάρχει κάτι υψηλότερο από την θεωρία αυτή για τους αξίους. Μέσω του φωτός αυτού ενώνεται ο Θεός με τους αγίους. Αυτό το θείο φως είναι το θεοποιό δώρο68.Γι' αυτό και λέγεται, ότι η θέωση είναι ουσιώδης ενέργεια του Θεού69. Άλλωστε, αν η θέωση προέρχεται από φυσική δύναμη του ανθρώπου που τίθεται σε ενέργεια, τότε οι θεούμενοι άγιοι δεν φθάνουν πάνω από τη φύση τους, ούτε γεννιούνται από τον Θεό70, ούτε είναι Πνεύμα, ως γεννημένοι από το Πνεύμα71.
     Ο Θεός, ενώ είναι αμέθεκτος, αόρατος και άϋλος, γίνεται μεθεκτός κατά υπερφυσικό τρόπο, χωρείται, διαφαίνεται και γίνεται κατά την θεοπτία ένα Πνεύμα72 με εκείνους, που τον συναναστρέφονται με καθαρή καρδιά, σύμφωνα με την προσευχή του κοινού Πατέρα μας προς τον δικό του Πατέρα. Γιατί λέει: «Δος αυτοίς, ίνα καθάπερ εγώ, πάτερ, εν σοι και συ εν εμοί, και αυτοί, εν ημίν εν ώσι»73. Έτσι, οι Απόστολοι, εξαιτίας της εν Χριστώ ενότητάς τους διά του Αγίου Πνεύματος της Πεντηκοστής, είναι ένα με τον Χριστό και μεταξύ τους σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο Παλαμάς να αρκείται σε έναν απ' αυτούς (στον Ιωάννη) και να λέει ότι μέσω αυτού παρουσιάζουμε όλους τους αγίους74. Η ενότητα αυτή με τον Θεό είναι τέλεια, γιατί ο πιστός γίνεται ένα Πνεύμα με τον Θεό75. Αυτό το Άγιο Πνεύμα κήρυττε δια των Αποστόλων μετά την Πεντηκοστή76.
     Η θέωση, ως δωρεά του Αγίου Πνεύματος, ταυτίζεται με την βασιλεία του Θεού. Γιατί το να γίνει κάποιος χαρισματικά θεός, είναι το ίδιο με το να πετύχει την βασιλεία του Θεού. Και, επειδή η βασιλεία του Θεού είναι άναρχη και άκτιστη, άναρχη και άκτιστη είναι και η θέωση77. Άκτιστη και άναρχη είναι και η αγιότητα των αγίων78. Οι θεωμένοι είναι πλήρης αϊδίου φωτός, το οποίο τους χαρίζει θεοπρεπή γνώση και ζωή79. Δεν κυριαρχούνται από την κτιστή χρονική ζωή, που έχει αρχή και τέλος, αλλά από
     Την θεία και αΐδια ζωή του ενοικούντος σ' αυτούς Θεού Λόγου80, όπως έλεγε για τον εαυτό του και ο Απόστολος Παύλος: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός»81. Πρακτικώς, ο Χριστός κατοικεί στις καρδιές των πιστών δια του Αγίου Πνεύματος82, και κριτήριο, ότι μένει μέσα τους, είναι το Άγιο Πνεύμα, που τους έδωσε83. Έτσι εξηγείται, γιατί είναι μία η ενέργεια του Θεού και των θεωμένων84.
     Στην κυριολεξία η θέωση είναι σαφώς ανώτερη από την απλή θέα του θείου φωτός, επειδή η θέωση προϋποθέτει την πλήρη ένωση του ανθρώπου με τον Θεό85. Για να γίνει όμως ο άνθρωπος προσαρμοστικός για την ένωση, είναι απαραίτητη η ομοίωση του με τον Θεό, η οποία πετυχαίνεται με την ενέργεια που απορρέει από την τήρηση των εντολών, ενέργεια η οποία δεν είναι αποτέλεσμα φυσικής μιμήσεως αλλά αποτέλεσμα δυνάμεως του Πνεύματος, η οποία ενυπάρχει απορρήτως στους βαπτισμένους86. Η αρετή, που προκύπτει από την τήρηση των εντολών, καθιστά τον πιστό κατάλληλο απλώς για την ένωση, την οποία τελεσιουργεί μόνον η άκτιστη θεία Χάρη του βαπτισμένου87. Στην διαδικασία της ενώσεως με τον Θεό η προσευχή ιερουργεί αυτήν την ένωση88. Και όλα αυτά στο πλαίσιο των θεουργών μυστηρίων, αφού μέσω των μυστηρίων παίρνουμε, αλλά και διατηρούμε την άκτιστη θεία Χάρη89.
      Και επειδή οι θεούμενοι προσλαμβάνουν και διατηρούν ενεργό την άκτιστη θεοποιό Χάρη, δηλαδή το ίδιο το Άγιο Πνεύμα χαρισματικώς, είναι προφανές ότι δεν βελτιώνονται απλώς κατά την φύση τους90. Ο επιδιωκόμενος σκοπός της εν Αγίω Πνεύματι θεωμένης ζωής του πιστού είναι η βίωση εν αρραβώνι των υποσχέσεων του Θεού για τα μελλοντικά αγαθά91. Ο μέτοχος της ενεργού θείας Χάριτος καθίσταται ναός της θείας δόξας και τόπος πνευματικής τρυφής. Αναδεικνύεται άλας της γης και φως του κόσμου92, ανεξάρτητα αν είναι μοναχός η ζει εν συζυγία στον κόσμο93.
     Μερικά χαρακτηριστικά της αγιοπνευματικής εμπειρίας, που προκύπτει από την θέα και βίωση του ακτίστου φωτός, είναι η παύση των αισχρών ηδονών και παθών στην ψυχή. Ειρήνευση των λογισμών, ανάπαυση και χαρά πνευματική, περιφρόνηση της δόξας εκ μέρους των ανθρώπων, ταπείνωση μαζί με ανέκφραστη αγαλλίαση, μίσος προς το κοσμικό φρόνημα, έρωτας για τα ουράνια πράγματα η καλύτερα για τον Θεό των ουρανών. Όλα αυτά μπορεί να τα ζει κανείς ανεξάρτητα από την κατάσταση υγείας η αρτιότητας των σωματικών αισθήσεών του94. Τότε εμφανίζεται η θεοειδής έξη κατά την αρετή και το δυσκίνητο η εντελώς ακίνητο προς την κακία95.
     Ακόμη, το θείο φως ως χαρισματική παρουσία του Αγίου Πνεύματος βιώνεται και ως γνώση αποκαλυπτική, ως θεογνωσία, ως δικαιοσύνη, ως αγιότητα και ελευθερία. Αυτό καθιστά το στόμα των θεουμένων στόμα Θεού με σοφία Θεού, «η ου δυνήσονται αντιπείν ουδέ αντιστήναι πάντες οι αντικείμενοι»,γιατί σύμφωνα με την διαβεβαίωση του Χριστού, «ουχ υμείς εστε οι λαλούντες, αλλά το πνεύμα του Πατρός υμών το λαλούν εν υμίν»96. Εκτός από την θέα του ακτίστου φωτός, στην εν Αγίω Πνεύματι ζωή εντάσσει ο υπέρμαχος της ησυχίας την εγκάρδια ενέργεια της προσευχής, την πνευματική θέρμη και την πνευματική ηδονή, αλλά και τα ευάρεστα και γλυκά δάκρυα της Χάριτος97.
     Ο άνθρωπος μετέχει στην εν Αγίω Πνεύματι ζωή ως ολότητα ψυχοσωματική. Έτσι, αγιάζονται οι διαθέσεις και ενέργειες και του σώματος98, επειδή κάθε τι ανθρώπινο δεν νεκρώνεται, αλλά μεταμορφώνεται από την άκτιστη θεία Χάρη99. Τα τεκμήρια του θείου κάλλους διαβιβάζονται από το νου και την ψυχή στο συνημμένο σώμα100. Όταν αυτό εμπλουτίζεται από την ενεργό θεία Χάρη, η σαρκική καρδιά φανερώνει με πνευματικά σκιρτήματα την κοινωνία μαζί της, ενώ το σώμα γίνεται ανάλαφρο, φωτίζεται και θερμαίνεται101.
      Εξαιτίας του άκτιστου χαρακτήρα της, η εν Αγίω Πνεύματι θεωμένη ζωή των πιστών μένει ουσιαστικά ανέκφραστη, ακόμη και όταν γίνεται λόγος γι' αυτήν102. Σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε κανείς να εξηγήσει το ποιόν της πνευματικής ηδονής , που προκύπτει από την εκ Θεού χαρά και Χάρη, σε όσους δεν την έχουν δοκιμάσει προσωπικώς. Η χρηστότητα αυτή του Παρακλήτου σ' όσους δεν την γεύτηκαν είναι σχεδόν ανήκουστη, ως ανέκφραστη103. Παραμένει όμως γνωστή και επώνυμη μόνο για εκείνους, που την έχουν αποκτήσει104. Τα αίτια των πνευματικών αυτών εμπειριών κατά νοούνται μόνο με την νοερή και πνευματική αίσθηση105.
     Τέλος η εν Αγίω Πνεύματι ζωή πρέπει να αποκτηθεί και να βιωθεί οπωσδήποτε στην παρούσα ζωή του πιστού, γιατί όποιος δεν την λάβει εδώ, δεν θα την έχει ούτε στη μέλλουσα μετά θάνατον ζωή106.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
     Απ' όσα είπαμε παραπάνω έγινε, νομίζουμε, σαφές ότι η χαρισματική θέωση του πιστού ταυτίζεται ουσιαστικά με την αγιοπνευματική ζωή του, και ακόμη ότι οι θεολογικές προϋποθέσεις αυτής της ζωής είναι η θεοφάνεια - δια της ελλάμψεως της θεοποιού Χάριτος - και η θεοπτία. Τόσο όμως η δωρεά της θεοπτίας όσο και η χαρισματική παραμονή στην αγιοπνευματική ζωή προσδιορίζονται και από συγκεκριμένες ανθρωπολογικές προϋποθέσεις.
     Ο Εωσφόρος και οι Προπάτορες μας είχαν την δωρεά της θεοπτίας. Και στις δύο περιπτώσεις όμως ακολούθησε η γνωστή πτώση τους και η απώλεια της χαρισματικής δωρεάς. Η αιτία της πτώσεώς τους ήταν η ίδια. Τόσο ο Εωσφόρος, όσο και οι Προπάτορες επεθύμησαν και επεδίωξαν την ισοθεΐα τους αγνοώντας κατάφορα τις υπαρξιακές προδιαγραφές τους, ως κτιστών όντων. Πρόβαλαν υπερήφανα και εγωιστικά το θέλημά τους, παρέκαμψαν τον Θεό και τοπ θέλημά του γι' αυτούς, και επεχείρησαν την πνευματική αναβάθμιση της θέσεώς τους με μοναδικό κριτήριο τις προσωπικές επιλογές τους. Γι' αυτό και αστόχησαν τραγικά.
     Κατά συνέπεια, αν ο πιστός επιδιώξει την θέωση η την αγιοπνευματική ζωή ως σκοπό της ζωής του, κινδυνεύει να εμπέσει στον ίδιο πειρασμό των Προπατόρων του με τις ανάλογες συνέπειες. Η θέωση, ως αγιοπνευματική ζωή, δεν μπορεί να τεθεί από τον άνθρωπο ως σκοπός του, επειδή ο άνθρωπος δεν μπορεί να πραγματώσει έναν σκοπό, που βρίσκεται πολύ πάνω από τις κτιστές, φυσικές δυνατότητές του. Όπως λέει, πολύ επιτυχώς, ο άγιος Μάξιμος, «πάσχομεν ως υπέρ φύσιν ούσαν κατά χάριν, αλλ' ου ποιούμεν την θέωσιν, ου γαρ έχομεν φύσει δεκτικήν της θεώσεως δύναμιν107.
     Η θέωση αποτελεί σκοπό του Θεού για τον άνθρωπο και άκτιστη δωρεά του προς αυτόν. Έτσι όμως αλλάζουν ριζικά τα πράγματα, αλλάζει και η διαδικασία για την πραγμάτωση του σκοπού.
     Ειδικότερα, η θέωση των πιστών, που ουσιαστικά εκφράστηκε στην αρχιερατική προσευχή του Χριστού - να γίνουν δηλαδή οι πιστοί ένα με τον Τριαδικό Θεό και να βλέπουν διαρκώς την άκτιστη δόξα του108 - έχει ως θεμελιώδη προϋπόθεση την τήρηση των εντολών του Θεού, αφού αυτή η τήρηση οδηγεί στη φανέρωση του Χριστού και του Θεού Πατέρα εν Πνεύματι στην καρδιά του πιστού109. Τήρηση όμως των εντολών σημαίνει πρακτικώς την παραίτηση του πιστού από το ίδιο θέλημα του, όσο καλό και αν φαίνεται ότι είναι. Σημαίνει υποταγή του θελήματός του στο θέλημα του Θεού. Αλλά για να παραιτηθεί ο πιστός από το θέλημά του πρέπει προηγουμένως να γνωρίσει δια της θείας Χάριτος τον έσω άνθρωπό του και να δει το τραγικό αποτέλεσμα της περιπλάνησης του νου στα θελήματά του. Τότε θα σιχαθεί το θέλημά του, θα παραιτηθεί από αυτό και θα αρνηθεί έτσι πρακτικώς τον εαυτό του, ώστε να μπορεί στο εξής να γίνει αληθινός μαθητής του Χριστού. Τότε μόνο θα προσανατολίσει σταθερά το θέλημά του στο θέλημα του Θεού και θα θεωρεί ως μονόδρομο την τήρηση των εντολών για την ευαρέστηση του Θεού, χωρίς καμμιά άλλη εναλλακτική λύση. Παραιτούμενος ο πιστός με βδελυγμία από το θέλημά του, πρακτικώς ταπεινώνεται πραγματικά, με συνέπεια να δέχεται πλούσια την Χάρη του Θεού, η οποία του δίνει την δυνατότητα να ανταποκριθεί στο θέλημα του Θεού για την τήρηση των εντολών του, αφού κατά την διαβεβαίωσή του Χριστού, «χωρίς εμού ου δύνασθαι  ποιείν ουδέν»110. Έτσι όμως η χαρισματική θέωση του πιστού, που προκύπτει από την τήρηση των εντολών, προσφέρεται ως άκτιστη θεοποιός ενέργεια και δωρεά από τον Θεό και σε καμιά περίπτωση δεν συνιστά πράξη του πιστού, ούτε κατόρθωμά του. Με αυτές τις ανθρωπολογικές προϋποθέσεις διασφαλίζεται ρεαλιστικά η διαρκής πρόοδος του πιστού στην αγιοπνευματική ζωή και εκμηδενίζεται ο κίνδυνος κάθε πτώσεως προγονικού τύπου.
 
1.Βλ.Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,2,12 και 2,2,2.Πρβλ. Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, ΕΠΕ, τομ.1, Εισαγωγή - Μετάφραση - Σχόλια υπό Π. Χρήστου, Θες/νίκη 1981, σ.10.
2.Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,2,8.
3. Βλ. Εις τον βίον του οσίου Πέτρου του εν Άθω 18, στο Γρηγορίου Παλαμά, Άπαντα τα έργα, ΕΠΕ, τομ. 8, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 298.
4.Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,12.
5.Βλ. ό. π. Λόγος 1,2,2.
6.Βλ. Εις τον βίον του οσίου Πέτρου του εν Άθω, 21, ο.π.σ.302.
7.Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,46.
8.Βλ. ό. π. Λόγος 2,1,34 με αναφορά στο Ιω.17,21 - 24.
9.Βλ. ό. π. Λόγος 1,2,6.
10.Βλ. ό. π. Λόγος 2,1,14.
11.Βλ. ό. π. Λόγος 3,3,9.
12.Βλ. Ρωμ.8,15: «ελάβετε πνεύμα υιοθεσίας».
13.Βλ. Περί θείας και θεοποιού μεθέξεως 4.
14.Βλ. Προς Ιωάννην και Θεόδωρον τους φιλοσόφους 21, στο Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, ΕΠΕ, τόμ. 8, σ.456.
15.Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,2,1.
16.Βλ. ό. π. Λόγος 2,3,37.
17.Βλ. ό. π. Λόγος 1,3,29.
18.Βλ. ό. π. Λόγος 2,3,6.
19.Βλ. ό. π. Λόγος 3,1,18.
20.Βλ. ό. π. Λόγος 1,3,7, με αναφορά στον Άγιο Μακάριο, Ομιλίαι 5,10, PG 34,516Α.
21.Βλ. ό. π. Λόγος 3,2,17.
22.Βλ. ό. π. Λόγος 1,3,27
23.Βλ. ό. π. Λόγος 2,3,6.
24.Βλ. ό. π. Λόγος 1,3,10.
25.Βλ. ό. π. Λόγος 2,3,8.
26.Βλ. Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, Ομιλία εις Μεταμόρφωσιν 12, PG 96,564Β,στο Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Περί θείων ενεργειών 11.
27.Βλ. Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 40,6, PG 36,365Α: «φως η παραδειχθείσα θεότης επί του όρους τοις μαθηταίς», στο Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,1,12.
28.Βλ. Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,52.
29.Ιω. 14,23. Είναι, βέβαια, φανερό ότι ως «λόγο» του εννοεί τις εντολές του, γιατί στην ίδια συνάφεια, προηγουμένως, αντί του «λόγου», που χρησιμοποιεί εδώ, έχει θέσει τις εντολές, γιατί λέει, «ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνός εστι ο αγαπών με» (Ιω. 14,21). Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 2,3,16.
30.Ιω. 14,21.
31.Βλ. Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Περί θείων ενεργειών 49.
32.Βλ. ό.π.48.
33.Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 2,1,44.
34.Βλ. ό. π. Λόγος 2,3,17.
35.Βλ. ό. π. Λόγος 2,3,18, με αναφορά στο Β' Πέτρ,1,19.
36.Βλ. ό. π. Λόγος 2,3,35.
37.Βλ. ό. π. Λόγος 2,3,17
38.Βλ. Αγίου Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 26, PG 88, 1033 Β, στο Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,49.
39.Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,52.
40.Βλ. ό. π. Λόγος 1,3,44.
41.Βλ. Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Προς μοναχήν Ξένην, Περί παθών και αρετής 43, με αναφορά στο Εβρ. 12,14.
42.Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,10.
43.Βλ. ό. π. Λόγος 2,3,10.
44.Βλ. ό. π. Λόγος 2,3,11.
45.Βλ. Αγίου Γρηγορίου Παλαμά Προς Ιωάννην και Θεόδωρον τους φιλοσόφους 18, στο Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, ΕΠΕ, τομ. 8, Θες/νίκη 1994, σ. 452.
46,Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,2,14.
47,Βλ. Λόγος 1,3,16, με αναφορά στο Α' Κορ. 2,16.
48,Βλ. Λόγος 1,3,17, με αναφορά στο Α' Κορ. 2,17.
49,Βλ. Λόγος 1,3,16, με αναφορά στο Α' Κορ. 2,11.
50,Βλ. ό. π. Λόγος 2,3,22.
51,Βλ. Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Περί θείας και θεοποιού μεθέξεως 15, με αναφορά στο Μ. Βασιλείου, Περί Αγίου Πνεύματος 26 PG 32,180C.
52,Βλ. ό. π. 181Α.
53,Βλ. Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, Περί αποριών, PG 91, 1088 BC.
54,Βλ. Ψαλμ. 35,10: «εν τω φωτί σου οψόμεθα φως».
55,Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,3,5.
56,Α' Κορ.2,13, στο Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,24.
57,Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,39.
58,Βλ. ό. π. Λόγος 1,3,24.
59,Βλ. ό. π. Λόγος 1,3,5, με αναφορά στο Ιω. 17,24.
60,Βλ. ό. π. Λόγος 3,1,32.
61,Βλ. ό. π. Λόγος 1,3,43 και 2,3,66.
62,Βλ. Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί θείων ονομάτων 1,4, PG 3,592 C. Και Μ. Βασιλείου, Ερμηνεία εις Ψαλμούς 44, PG 29,400D, στο Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,26 - 27.
63,Βλ. Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί θείων ονομάτων 1,4, PG 3,592 C, στο Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,1,22.
64,Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,1,23.
65,Βλ. Κανόνας Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού στην 6η Αυγούστου, τροπάριο της θ' ωδής στο Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,1,16.
66,Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,5.
67,Βλ. ό. π. Λόγος 1,3,23.
68,Βλ. Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, Περί αποριών, PF 91,1088C, στο Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,3,13.
69,Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,1,31.
70,Βλ. Ιω. 1,13 στο Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,1,30.
71,Βλ. Ιω. 3,6, στο Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,1,30
72,Βλ. Α' Κορ. 6,17.
73,Ιω. 17,21.
74,Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 2,3,66.
75,Βλ. ό. π. Λόγος 3,3,14.
76,Βλ. ό. π. Λόγος 2,2,14.
77,Βλ. Περί θείων ενεργειών 30.
78,Βλ. ό. π 18.
79,Βλ. Μ. Βασιλείου, Κατά Ευνομίου 5, PG 29, 772B, στο Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Περί θείας και θεοποιού μεθέξεως 8.
80,Βλ. Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, PG 91, 1144C.
81,Γαλ. 2,20
82,Βλ. Εφ. 3,16 - 17.
83,Βλ. Α' Ιω. 4,13, στο Περί θείας και θεοποιού μεθέξεως 3.
84,Βλ. Αγίου Μαξίμου, Περί αποριών, PG 91, 1076C.
85,Βλ. Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,23.
86,Βλ. του ιδίου, Περί θείας και θεοποιού μεθέξεως 7.
87,Βλ. του ιδίου, Αγιορείτικος Τόμος 2.
88,Βλ. του ιδίου, Περί προσευχής και καθαρότητος καρδίας, Κεφάλαια τρία, α', 1.
89,Βλ. Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγείτου, Περί εκκλησιαστικής ιεραρχίας 2, PG 3,392A.
90,Βλ. Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Περί θείας και θεοποιού μεθέξεως 3.
91,Βλ. Εφ. 1,13 - 14, στο Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,14.
92,Βλ. Μθ.5,13.
93,Βλ. Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Προς Ιωάννην και Θεόδωρον τους φιλοσόφους 22, στο ΕΠΕ 8, σ. 456.
94,Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,1,36.
95,Βλ. Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Προς Ιωάννην και Θεόδωρον τους φιλοσόφους 22, στο ΕΠΕ 8, σ. 454.
96,Μθ. 10,20, στο Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,1,36.
97,Βλ Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,31.
98,Βλ. Αγιορειτικός Τόμος 6.
99,Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,3,15.
100. Βλ. Προς Ιωάννην και Θεόδωρον τους φιλοσόφους 19, στο ΕΠΕ 8, σ. 454.
101. Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 1,3,32.
102. Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,1,32.
103. Βλ. Προς μοναχήν Ξένην, Περί παθών και αρετής 68.
104. Βλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, Λόγος 3,1,32.
105. Βλ. ό. π. Λόγος 1,3,31.
106. Βλ. Προς μοναχήν Ξένην, Περί παθών και αρετής 16.
107. Αγίου Μαξίμου, Κεφάλαια περί αγάπης, 1,75, PG 90, 1206C. Πρβλ. και Προς Θαλάσσιον 22, PG 90, 324A.
108. Βλ. Ιω. 17,22 - 24: «Καγώ την δόξαν ην δέδοκάς μοι δέδωκα αυτοίς, ίνα ώσιν έν καθώς ημείς έν...Πάτερ, ό δέδοκάς μοι, θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσιν μετ' εμού, ίνα θεωρώσιν την δόξαν την εμήν».
109. Βλ. Ιω. 14,21 - 23: «Ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνός εστιν ο αγαπών με, ο δε αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του πατρός μου, καγώ αγαπήσω αυτόν και εμφανίσω αυτώ εμαυτόν...εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου
τηρήσει και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ' αυτώ ποιησόμεθα».
110. Ιω. 15,5.